Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

Ώμος: Οι συχνότερες παθήσεις και η αντιμετώπισή τους

Αν σας αρέσει αυτή η ανάρτηση, διαδώστε την.

Γενικά όλες οι παθήσεις της ωμικής ζώνης μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τις Τραυματικές και τις Μη Τραυματικές. Η συντριπτική πλειοψηφία των παθήσεων του ώμου είναι τραυματικής αιτιολογίας, ενώ υπάρχει και μια «γκρίζα» περιοχή παθήσεων που οφείλονται σε μικροτραυματισμό πάνω σε ένα μη φυσιολογικό (παθολογικό) υπόστρωμα.

Οι συχνότερες παθήσεις του ώμου που αντιμετωπίζουμε είναι:
Εξάρθρημα ώμου – Υπεξάρθρημα ώμου – Αστάθεια
Ρήξη Τενοντίου Πετάλου
Ασβεστοποιός Τενοντίτιδα
Βλάβες SLAP
Παγωμένος Ώμος (συμφυτική θυλακίτιδα)
Εξάρθρημα Ακρωμιοκλειδικής
Κατάγματα ωμικής ζώνης
Αρθρίτιδα Ακρωμιοκλειδικής
Αρθρίτιδα του Ώμου

Εξάρθρημα ώμου – Υπεξάρθρημα ώμου – Αστάθεια

Το εξάρθρημα είναι συνήθως τραυματικής αιτιολογίας και ισοδυναμεί με απομάκρυνση και παραμονή της κεφαλής του βραχιονίου εκτός της ωμογλήνης. Κλασικά διακρίνεται ανάλογα με τη θέση της εξαρθρωμένης κεφαλής σε Πρόσθιο (που είναι μακράν το συχνότερο), σε Οπίσθιο (σπάνιο) και σε Πολυκατευθυντικό (πολύ σπάνιο).

Αν υπάρξει στιγμιαία μετατόπιση της κεφαλής εκτός της φυσιολογικής θέσης απέναντι από την ωμογλήνη και επιστροφή της στο φυσιολογικό, τότε έχουμε υπεξάρθρημα. Με τον όρο αστάθεια, εννοούμε τη γενικότερη τάση ενός ώμου να εξαρθρώνεται ή υπεξαρθώνεται προς μία ή περισσότερες κατευθύνσεις.

Για να γίνει ένα εξάρθρημα ώμου συνήθως απαιτείται μεγάλη βία. Σε ορισμένους όμως ασθενείς με χαλαρές αρθρώσεις είναι δυνατό να εξαρθρωθεί ο ώμος με μικρή βία ενώ ορισμένοι ασθενείς μπορούν να εξαρθρώνουν τον ώμο τους κατά βούληση. Η κλασική θέση πρόσθιας εξάρθρωσης του ώμου είναι η απαγωγή και η έξω στροφή του βραχιονίου.

Όταν εξαρθρώνεται η κεφαλή του βραχιονίου είναι βέβαιο ότι ορισμένα ανατομικά στοιχεία του ώμου έχουν υποστεί σημαντικές βλάβες. Συχνότερα παρατηρούμε αποκόλληση του επιχειλίου χόνδρου, ρήξη των πρόσθιων γληνοβραχιονίων συνδέσμων, ρήξη του θυλάκου και οστικές βλάβες στην κεφαλή του βραχιονίου και στην ωμογλήνη. Ο ασθενής παρουσιάζει έντονο πόνο και δεν επιτρέπει κινήσεις στον ώμο του. Εφόσον γίνει ανάταξη του εξαρθρήματος με ειδικούς χειρισμούς (ή ακόμα και γενική αναισθησία) ακολουθεί συνήθως περίοδος ακινησίας με ανάρτηση του άνω άκρου και έπονται φυσιοθεραπείες για την ομαλή επιστροφή του ασθενούς στις δραστηριότητές του.

Αυτό που έχει διεθνώς παρατηρηθεί είναι ότι όσο μικρότερη η ηλικία του πρώτου εξαρθρήματος και όσο μεγαλύτερο το επίπεδο της δραστηριότητας του ασθενούς, τόσο αυξάνει η πιθανότητα υποτροπής του εξαρθρήματος στο μέλλον. Έτσι, για έναν ασθενή 20 ετών με αθλητικές δραστηριότητες η πιθανότητα να υποστεί δεύτερο εξάρθημα ώμου ανεξάρτητα από τη συντηρητική θεραπεία που ακολούθησε στο πρώτο εξάρθρημα, πλησιάζει το 100%.

Πολλές φορές ένα εξάρθρημα δεν ακολουθεί σωστό μετατραυματικό πρόγραμμα αποκατάστασης και αυτό αυξάνει ακόμα περισσότερο την πιθανότητα υποτροπής.

Επίσης υπάρχουν πολλοί ασθενείς που έχουν υποστεί πάρα πολλά εξαρθρήματα (κάποιοι μάλιστα αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι ο ώμος τους εξαρθρώνεται ακόμα και στον ύπνο τους) και ουσιαστικά έχουν περιορίσει πολύ τις δραστηριότητες από το φόβο ενός νέου εξαρθρήματος.

Σήμερα, με την πολύ χαμηλή νοσηρότητα της αρθροσκοπικής χειρουργικής του ώμου, όλοι οι παραπάνω ασθενείς έχουν ένδειξη για αρθροσκοπική αποκατάσταση των ανατομικών βλαβών που προήλθαν από το ή τα εξαρθρήματα του ώμου. Ακολουθώντας ένα ειδικό πρόγραμμα φυσιοθεραπείας είναι δυνατόν να επανέλθουν στο ίδιο επίπεδο καθημερινών και αθλητικών δραστηριοτήτων μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.

Ρήξη Τενοντίου Πετάλου

Η ρήξη του τενοντίου πετάλου συνήθως είναι τραυματικής αιτιολογίας μετά από πτώση, εξάρθρημα ώμου ή απότομη άρση βάρους. Μπορεί να συμβεί σε όλες τις ηλικίες, αν και είναι συχνότερη σε μεγαλύτερες ηλικίες, όπου οι τένοντες είναι ήδη καταπονημένοι και έχουν υποστεί κάποιου βαθμού εκφύλιση.

Το κύριο σύμπτωμα του ασθενούς με ρήξη τενοντίου πετάλου είναι ο πόνος, ο οποίος συνήθως διαταράσσει το νυχτερινό ύπνο. Εκτός από πόνο ο ασθενής αισθάνεται και μυϊκή αδυναμία σε ορισμένες κινήσεις του ώμου, ανάλογα με ποιο τμήμα του τενοντίου πετάλου έχει υποστεί ρήξη.

Μια ρήξη του τενοντίου πετάλου μπορεί να είναι μερική (δηλ. να μην αφορά όλο το πάχος του τένοντα) ή πλήρης. Μπορεί να αφορά έναν, δυο, τρεις ή τέσσερις τένοντες (μαζική ρήξη) με ανάλογου βαθμού συμπτωματολογία.

Η ρήξη του τενοντίου πετάλου, εφόσον είναι μικρή, μπορεί να αντιμετωπιστεί αρχικά συντηρητικά, δηλαδή με συγκεκριμένο πρόγραμμα φυσιοθεραπείας, που έχει σαν στόχο την ενίσχυση των τενόντων που δεν έχουν υποστεί ρήξη, ώστε να μπορούν να αντιρροπούν τον ελλειμματικό τένοντα. Αυτό συνήθως επιφέρει ανακούφιση των συμπτωμάτων του ασθενούς για άλλοτε άλλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, η ρήξη του τενοντίου πετάλου δεν επουλώνεται από μόνη της σε ανατομική θέση καθώς ο τένοντας έχει την τάση να ρικνώνεται και να απομακρύνεται από το οστό. Επιπλέον μια χρόνια ρήξη του τενοντίου πετάλου προκαλεί εκφύλιση του μυός, οπότε και δεν είναι πλέον δυνατή η επάνοδος στην πρότερα κατάστασή του.

Η αρθροσκοπική αποκατάσταση του τενοντίου πετάλου αποτελεί σήμερα μια εξαιρετική λύση για την οριστική ανακούφιση των ασθενών, καθώς μπορεί και αποκαθιστά ανατομικά τις βλάβες, επιτρέπει τη φυσική επούλωση των τενόντων στη φυσική τους θέση και προλαμβάνει την εκφύλιση των μυών. Το τενόντιο πέταλο συρράπτεται με ράμματα και γίνεται καθήλωσή του στο βραχιόνιο οστό με ειδικές άγκυρες. Ο ασθενής μετεγχειρητικά ακολουθεί συγκεκριμένο πρόγραμμα αποκατάστασης και προοδευτικής ενδυνάμωσης, ώστε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να μπορεί να επανέλθει στις δραστηριότητες που είχε πριν την έναρξη των συμπτωμάτων.

Ασβεστοποιός Τενοντίτιδα

Πρόκειται για διαταραχή της αρχιτεκτονικής δομής του τενοντίου πετάλου, όπου γίνεται προοδευτική εναπόθεση αλάτων ασβεστίου. Τι ακριβώς πυροδοτεί την έναρξη αυτής της ασβεστοποίησης δεν είναι απόλυτα διευκρινισμένο, όμως πιστεύεται ότι επαναλαμβανόμενοι τραυματισμοί ή εκφύλιση του τενοντίου πετάλου μπορεί να οδηγήσουν σε αυτή την κατάσταση.

Συνήθως ο ασθενής με ασβεστοποιό τενοντίτιδα παρουσιάζεται με έντονο, αιφνίδιο πόνο στον ώμο, που περιορίζει σημαντικά τις κινήσεις. Η κρίση αυτή συνήθως διαρκεί μερικές μέρες και συχνά υποχωρεί με συντηρητική αγωγή. Μερικές φορές όμως, μπορεί να μεταπέσει σε χρονιότητα, με διάχυτο πόνο που περιορίζει τις κινήσεις, ή να μπορεί να παρουσιάσει μια πορεία με εξάρσεις και υφέσεις. Σε αυτή την περίπτωση είναι αναγκαία η αρθροσκοπική αντιμετώπιση, με αφαίρεση των ασβεστώσεων και ακόλουθη συρραφή του τενοντίου πετάλου. Μετεγχειρητικά ακολουθείται σε γενικές γραμμές το πρόγραμμα αποκατάστασης της ρήξεως του τενοντίου πετάλου.

Βλάβες SLAP

Πρόκειται για βλάβες που αφορούν το άνω τμήμα του επιχειλίου χόνδρου, στην περιοχή κατάφυσης της μακράς κεφαλής του δικεφάλου στην ωμογλήνη. Συνήθως εμφανίζεται σε νέους αθλητές, κυρίως ρήπτες, και προκαλεί πόνο στις δραστηριότητες με το χέρι πάνω από το κεφάλι. Σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται καθήλωση του άνω τμήματος του επιχειλίου χόνδρου με τη βοήθεια ειδικών αγκυρών και επακολουθεί ειδικό πρόγραμμα αποκατάστασης. Με αυτή την αρθροσκοπική επέμβαση είναι δυνατό να επιστρέψει ο αθλητής χωρίς πόνο, στο επίπεδο που ήταν πριν από τον τραυματισμό του.

Παγωμένος Ώμος (συμφυτική θυλακίτιδα)

Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της πάθησης είναι ο πόνος και ο έντονος περιορισμός της κίνησης του ώμου. Η έναρξη των συμπτωμάτων μπορεί να είναι αιφνίδια, χωρίς προηγούμενο τραυματισμό ή άλλη αιτία (πρωτοπαθής παγωμένος ώμος) ή μπορεί να ακολουθήσει κάποιο τραυματισμό (δευτεροπαθής παγωμένος ώμος). Ανεξάρτητα από το ποια είναι η αιτία, η αρθροσκοπική λύση των συμφύσεων και κινητοποίηση του ώμου, βοηθά σημαντικά στην ταχεία αποκατάσταση του ασθενούς. Άμεσα μετεγχειρητικά απαιτείται έναρξη συγκεκριμένου προγράμματος φυσιοθεραπείας, που έχει σαν στόχο τη διατήρηση του εύρους κίνησης που επιτεύχθηκε στο χειρουργείο.

Εξάρθρημα Ακρωμιοκλειδικής

Συνήθως μετά από πτώση ή ατύχημα μπορεί να συμβεί εξάρθρημα ακρωμιοκλειδικής, με χαρακτηριστική κλινική εικόνα και προπέτεια του περιφερικού άκρου της κλείδας. Η συντηρητική αντιμετώπιση δεν μπορεί να αλλάξει την παραπάνω εικόνα. Ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να γίνει ανοικτή ή αρθροσκοπική αποκατάσταση των συνδέσμων που συγκρατούν την κλείδα και οριστική λύση του προβλήματος. Την πρώτη μετεγχειρητική περίοδο ο ασθενής αποφεύγει την άρση βάρους και στη συνέχεια αρχίζει συστηματικές ασκήσεις ενδυνάμωσης.

Κατάγματα ωμικής ζώνης

Μια πληθώρα καταγμάτων είναι δυνατό να συμβούν γύρω από την άρθρωση του ώμου μετά από ατύχημα. Ανάλογα με το είδος του κατάγματος μπορεί να ακολουθήσει συντηρητική ή χειρουργική αντιμετώπιση, ενώ ορισμένα κατάγματα της ωμικής ζώνης μπορούν να αποκατασταθούν αρθροσκοπικά.

Αρθρίτιδα Ακρωμιοκλειδικής

Πρόκειται για μη αναστρέψιμη βλάβη της ακρωμιοκλειδικής άρθρωσης, η οποία συνήθως είναι εκφυλιστικής αιτιολογίας, αλλά μπορεί να συμβεί και μετά από τραυματισμό της άρθρωσης. Η αρθροσκοπική αφαίρεση του περιφερικού άκρου της κλείδας έχει θεαματική βελτίωση στον πόνο που βιώνουν οι ασθενείς, χωρίς να δημιουργεί άλλους τραυματισμούς ή προβλήματα και επαναφέρει τους ασθενείς στο επίπεδο των προηγούμενων δραστηριοτήτων τους.

Αρθρίτιδα του Ώμου

Ουσιαστικά πρόκειται για μια μη αναστρέψιμη βλάβη της άρθρωσης του ώμου, με κύριο χαρακτηριστικό την καταστροφή του αρθρικού χόνδρου. Όπως ακριβώς και η οστεοαρθρίτιδα του ισχίου και του γόνατος, η αρθρίτιδα του ώμου μπορεί να εμφανιστεί χωρίς σαφή αιτία ή να επέλθει μετά από τραυματισμό ή ρήξη του τενοντίου πετάλου. Στα αρχικά στάδια της νόσου ο ασθενής μπορεί να έχει μείωση των συμπτωμάτων με αρθροσκοπική αντιμετώπιση, ενώ σε βαρύτερες καταστάσεις συνήθως χρειάζεται να αρθροπλαστική (δηλαδή αντικατάσταση μέρους ή ολόκληρης της άρθρωσης με τεχνητή).


Πηγή: http://www.boro.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.