Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

«Μανέ» Γκαρίντσα: Η χαρά του κόσμου

Αν σας αρέσει αυτή η ανάρτηση, διαδώστε την.

Συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από τον θάνατο του πραγματικά κορυφαίου, κατά τους συμπατριώτες του, Βραζιλιάνου ποδοσφαιριστή.
Σ’ ένα από τα πολλά βίντεος που (ευτυχώς) υπάρχουν γι’ αυτόν στο YouTube, ένας βραζιλιάνος δημοσιογράφος λέει την εξής μεγάλη αλήθεια: «Αν παρακολουθείς ποδόσφαιρο ξέρεις ότι μόνο δύο άνθρωποι στην ιστορία κατάφεραν να κατακτήσουν ένα Παγκόσμιο Κύπελλο μόνοι τους: Ο Μαραντόνα το 1986 και ο Γκαρίντσα το 1962».

Αυτό δεν εξηγεί από μόνο του το γιατί ο «Μανέ» είναι πιο αγαπητός στη χώρα του από τον Λεονίντας, τον Φριντενράιχ και τον Πελέ, αν κάποιος δεν ξέρει ότι έφτασε ως εκεί έχοντας να ξεπεράσει ένα εκ γενετής πρόβλημα που στους περισσότερους θα φαινόταν ανυπέρβλητο: Ο Γκαρίντσα -ινδιάνικης καταγωγής και γιός μέθυσου και βίαιου πατέρα- γεννήθηκε με παραμόρφωση στη σπονδυλική στήλη και αναπηρία και στα δύο του πόδια. Σε πολύ μικρή ηλικία εγχειρίστηκε μόνο και μόνο για να μπορέσει να περπατήσει. Το αποτέλεσμα ήταν το αριστερό του πόδι να κλίνει προς τα μέσα και το δεξί –που ήταν έξι εκατοστά κοντύτερο- να «βλέπει» προς τα έξω. Αντί όμως αυτό να γίνει η κατάρα του αποδείχθηκε ευλογία, ένα χάρισμα που αξιοποίησε στο έπακρον στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του εξελισσόμενος στον συναρπαστικότερο ντριμπλέρ που έχει γνωρίσει ποτέ το παγκόσμιο ποδόσφαιρο.

Ο «Μανέ» ζούσε για να παίζει μπάλα. Και να ντριμπλάρει τους αντιπάλους του με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Και τα κατάφερνε τόσο καλά που το 1958 συμπεριλήφθηκε στο το ρόστερ της «σελεσάο» για το Μουντιάλ που έγινε στη Σουηδία. Στην αρχή, οι ιθύνοντες της ομοσπονδίας δεν ήθελαν να τον συμπεριλάβουν στην αποστολή, λόγω του χαμηλότατης επίδοσης που είχε σε τεστ νοημοσύνης στο οποίο υποβλήθηκε, όμως οι φίλαθλοι (που τον είχαν δει να παίζει με την Μποταφόγκο) πίεσαν την κατάσταση και –εν τέλει- δικαιώθηκαν. Στα δύο πρώτα παιχνίδια έμεινε στον πάγκο, όμως μετά το 0-0 με τη Μεγάλη Βρετανία ξεκίνησε στην 11άδα εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Η Βραζιλία κέρδισε με 2-0, κι ο Γκαρίντσα ήταν ο κορυφαίος του γηπέδου. Χαρακτηριστικό είναι ότι εκείνη τη μέρα ντρίμπλαρε τόσες πολλές φορές τους αμυντικούς των Σοβιετικών Βοίνοφ και Κουζνέτσοφ, που ο πρώτος έμπλεξε τα πόδια του και αποχώρησε τραυματίας. Η πραγματική αποθέωση για τον Γκαρίντσα, ωστόσο, ήρθε τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Μουντιάλ της Χιλής. Απόντος του τραυματία Πελέ, πήρε την εθνική στην πλάτη του και την οδήγησε στη (δεύτερη συνεχόμενη) κατάκτηση του τροπάιου.

Η κορύφωση αυτή του χάρισε τη φήμη που κατέχει μέχρι και σήμερα στη Βραζιλία. Παρότι ο Πελέ παραμένει ο -εκτός των συνόρων- διασημότερος πρεσβευτής του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου, το γεγονός ότι πάντα επεδίωκε τη νίκη και ήταν πάνω απ’ όλα επαγγελματίας (χαρακτηριστικό που διατρανώθηκε μετά το τέλος της καριέρας του) έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με όσα πρέσβευε το παιχνίδι του Γκαρίντσα: Αυτός έπαιζε για τη χαρά του παιχνιδιού, έπαιζε για να ευχαριστήσει τον κόσμο που τον έβλεπε κι αυτό ήταν όλο.

Εκτός από το ποδόσφαιρο, τα τρία άλλα πάθη του Γκαρίντσα ήταν τα ωδικά πτηνά («Μανέ» σημαίνει μάινα), το αλκοόλ και οι γυναίκες. Δυστυχώς για τον ίδιο, τα δύο τελευταία του έκαναν μια «ντρίμπλα» από την οποία δεν μπόρεσε να ξεφύγει. Το 1963, ο 30χρονος «Μανέ» παράτησε τη γυναίκα του και τα οκτώ τους παιδιά, για να παντρευτεί την τραγουδίστρια Έλζα Σοάρες. Ταυτοχρόνως άρχισε να πίνει, ενώ και τα χτυπημένα του πόδια δεν τον βοηθούσαν να συνεχίσει να είναι «η χαρά του κόσμου» (alegria do povo). Άρχισε να ξοδεύει αλόγιστα τα χρήματα που έβγαζε στο ποτό, αντιμετώπισε σοβαρά φορολογικά προβλήματα και βυθίστηκε σε μια κατάσταση μελαγχολίας από την οποία δεν ανέκαμψε ποτέ, μέχρι το θάνατό του από κίρρωση ήπατος στις 20 Ιανουαρίου 1983.

Υ.Γ. Τον Ιούνιο του 1988, 250 δημοσιογράφοι απ’ όλο τον κόσμο ψήφισαν τον Γκαρίντσα ως μέλος της «Παγκόσμιας Ομάδας του 20ου αιώνα», όμως η ύψιστη αναγνώριση για τον άνθρωπο που έκανε το ποδόσφαιρο να φαίνεται εύκολο ήρθε από τους συμπατριώτες του φιλάθλους, οι οποίοι τον ανακήρυξαν «άγιο». Στη βόρεια είσοδο του Μαρακανά μάλιστα συρρέουν καθημερινά φίλαθλοι όλων των ομάδων για να αγγίξουν τα δάχτυλα του αγάλματος του «αγίου Γκαρίντσα» ζητώντας –τι άλλο;- να τους φέρει καλή τύχη και τη νίκη στο επόμενο παιχνίδι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.