Ηπιότερο καθεστώς προστίμων ισχύει από τις 17 Οκτωβρίου για τις παραβάσεις φοροδιαφυγής, σύμφωνα με τον νόμο 4337/2015 για τα προαπαιτούμενα μέτρα του μηνός Οκτωβρίου.
Τα υπέρογκα αυτοτελή πρόστιμα που επιβάλλονταν για μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση αποδείξεων και λοιπών φορολογικών στοιχείων, για έκδοση πλαστών και εικονικών τιμολογίων, καθώς επίσης και για αποδοχή εικονικών τιμολογίων αποτελούν παρελθόν! Εξαίρεση από τον κανόνα αυτό προβλέπεται μόνο στις περιπτώσεις μικρομεσαίων κυρίως επιχειρήσεων που εντοπίζονται να μην έχουν εκδώσει λιγότερες από 10 αποδείξεις λιανικών συναλλαγών.
Σε αυτές τις περιπτώσεις το νέο καθεστώς προστίμων που ισχύει από τις 17 Οκτωβρίου είναι επαχθέστερο, καθώς προβλέπει την επιβολή ενός ενιαίου προστίμου 2.500 ευρώ, ακόμη κι εάν η αξία κάθε απόδειξης που δεν εκδόθηκε είναι μερικά λεπτά του ευρώ!
Δύο… ταχύτητες
Η αλλαγή αυτή καθιστά ευνοϊκότερο το καθεστώς για τις επιχειρήσεις που εντοπίζονται μετά από φορολογικούς ελέγχους να μην έχουν εκδώσει μεγάλο αριθμό αποδείξεων και επαχθέστερο για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που εντοπίζονται να μην έχουν εκδώσει έως και 9 αποδείξεις! Κι αυτό διότι με το προηγούμενο καθεστώς επιβαλλόταν σε κάθε μικρομεσαία επιχείρηση πρόστιμο 250 ευρώ για κάθε μία απόδειξη που δεν εξέδωσε, ενώ με το νέο καθεστώς επιβάλλεται πρόστιμο 2.500 ευρώ είτε δεν εκδόθηκε μία απόδειξη είτε δεν εκδόθηκαν 10 αποδείξεις!
Ουσιαστικά, αν μια μικρή επιχείρηση (π.χ. ένα αρτοποιείο ή ένα περίπτερο) εντοπιστεί μετά από επιτόπιο φορολογικό έλεγχο να μην έχει εκδώσει μία απόδειξη αξίας 0,50 ευρώ θα της επιβληθεί πρόστιμο 2.500 ευρώ, ενώ με το προηγούμενο καθεστώς το πρόστιμο θα ήταν 250 ευρώ. Ταυτόχρονα, αν μια μεγάλη επιχείρηση (π.χ. ένα μεγάλο κέντρο νυχτερινής διασκέδασης) εντοπιστεί να μην έχει εκδώσει 1.000 αποδείξεις αξίας 80 ευρώ η καθεμία θα πληρώσει και πάλι πρόστιμο 2.500 ευρώ, ενώ με το προηγούμενο καθεστώς θα πλήρωνε 30.000 ευρώ!
Με το νέο καθεστώς προβλέπεται επίσης ότι σε περίπτωση μη έκδοσης αποδείξεων επιβάλλεται κι ένα επιπλέον πρόστιμο ίσο με το 50% του ΦΠΑ που αναλογεί στην αξία των αποδείξεων που δεν εκδόθηκαν. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται πέραν του αυτοτελούς προστίμου των 2.500 ευρώ, όμως δεν αποκαθιστά την αδικία σε βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς και πάλι οι επιβαρύνσεις που θα καλούνται να καταβάλουν όσοι δεν έχουν εκδώσει μεγάλο αριθμό αποδείξεων είναι πολύ μικρότερες.
Κατά τα λοιπά, ο νέος νόμος 4337/2015 προβλέπει την εκλογίκευση των προστίμων τα οποία επιβάλλονται σε περιπτώσεις υποβολής ανακριβών δηλώσεων και μη υποβολής δηλώσεων και καθιερώνει νέου τύπου πρόστιμα για τη φοροδιαφυγή στον ΦΠΑ.
Τι αλλάζει
Οι αλλαγές που επήλθαν στο καθεστώς των προστίμων για φορολογικές παραβάσεις με βάση τον ν. 4337/2015 διευκρινίζονται με αναλυτική εγκύκλιο που εξέδωσε πρόσφατα ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας Δημοσίων Εσόδων Ι. Μπάκας. Σύμφωνα με την εγκύκλιο αυτή:
1) Τα αυτοτελή πρόστιμα που επιβάλλονταν σε επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες για μη έκδοση αποδείξεων και λοιπών φορολογικών στοιχείων και για έκδοση ανακριβών φορολογικών στοιχείων καταργούνται. Τα πρόστιμα αυτά ανέρχονταν σε 250 ευρώ ανά μη εκδοθείσα ή ανακριβώς εκδοθείσα απόδειξη για όσους τηρούν βιβλία απλογραφικά (πρώην β' κατηγορίας) και σε 500 ευρώ ανά μη εκδοθείσα ή ανακριβώς εκδοθείσα απόδειξη για όσους τηρούν βιβλία διπλογραφικά (πρώην γ' κατηγορίας). Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η μη έκδοση φορολογικών στοιχείων ή η έκδοση ανακριβών φορολογικών στοιχείων είχε ως συνέπεια την απόκρυψη συναλλαγής μεγαλύτερης των 5.000 ευρώ το πρόστιμο ανερχόταν στο 40% της αξίας της συναλλαγής που αποκρύφτηκε και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να είναι μικρότερο των 2.500 ευρώ. Οι αλλαγές αυτές ισχύουν για παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί ή θα διαπραχθούν από τις 17 Οκτωβρίου 2015 και μετά (από την ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ του νόμου 4337/2015).
2) Η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση αποδείξεων και λοιπών φορολογικών στοιχείων θεωρείται πλέον διαδικαστική παράβαση και επισύρει ενιαίο πρόστιμο 2.500 ευρώ, όποιος κι αν είναι ο αριθμός και η αξία των μη εκδοθέντων ή ανακριβώς εκδοθέντων φορολογικών στοιχείων.
3) Καταργούνται οι διατάξεις που προβλέπουν ότι:
* Σε περίπτωση έκδοσης πλαστών φορολογικών στοιχείων, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 100% της αξίας του κάθε πλαστού στοιχείου.
* Σε περίπτωση έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων ή νόθευσης αυτών, καθώς και καταχώρησης στα βιβλία, αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο ή λήψης εικονικών στοιχείων, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 50% της αξίας του κάθε εικονικού ή νοθευμένου στοιχείου ή με το 50% της μη πραγματοποιηθείσας δαπάνης.
* Όταν δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός της μερικώς εικονικής αξίας των φορολογικών στοιχείων, το πρόστιμο περιορίζεται στο 25% της αξίας κάθε στοιχείου.
* Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, τότε στον λήπτη του εικονικού στοιχείου επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση ίσο με το 25% της αξίας του στοιχείου.
* Στον λήπτη εικονικού στοιχείου επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση ίσο με ποσοστό 15% της αξίας του στοιχείου, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.
Ταυτόχρονα, όλες οι υποθέσεις φορολογικών ελέγχων στις οποίες έχουν διαπιστωθεί παραβάσεις έκδοσης πλαστών φορολογικών στοιχείων, έκδοσης ή λήψης εικονικών φορολογικών στοιχείων και οι οποίες παρέμεναν εκκρεμείς στις 12 Οκτωβρίου 2015 ρυθμίζονται με εκπτώσεις 20% έως και 50% στα επιβληθέντα πρόστιμα, εφόσον οι ελεγχθέντες φορολογούμενοι:
* αποδεχθούν ότι διέπραξαν τις συγκεκριμένες παραβάσεις, υποβάλλοντας σχετικές δηλώσεις αποδοχής στις αρμόδιες φορολογικές αρχές έως τις 15 Ιανουαρίου 2016 ή εντός 90 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ή, σε περίπτωση που έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη ενδικοφανής προσφυγή, εντός 90 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή από την πάροδο της προθεσμίας σιωπηρής απόρριψής της ή, σε περίπτωση που έχει ασκηθεί εμπρόθεσμο ένδικο βοήθημα ή μέσο εκ των ανωτέρω αναφερομένων, εντός 90 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης του δικαστηρίου.
* καταβάλουν, ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, ή το αργότερο εντός δύο εργασίμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, το σύνολο της οφειλής που προκύπτει μετά τον επανυπολογισμό του προστίμου με το ευνοϊκότερο καθεστώς. Σε περίπτωση που ο αιτών δεν καταβάλει το σύνολο της οφειλής του εντός της ανωτέρω προθεσμίας, μπορεί να υποβάλει εκ νέου αίτηση έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της.
Πηγή: http://www.enikos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.