Τι είναι η κρίση Πανικού;
Συνηθισμένα σωματικά συμπτώματα αποτελούν τα εξής:
1. Δύσπνοια (σαν να μην φτάνει ο αέρας για αναπνοή, που οδηγεί σε γρήγορη και επιπόλαιη αναπνοή)
2. Ταχυκαρδία και αίσθημα παλμών (καταλαβαίνει δηλαδή κανείς και αισθάνεται την καρδιά του να χτυπά)
3. Ζάλη
4. Αίσθημα αστάθειας και έλλειψης ισορροπίας
5. Αίσθημα βάρους στο στέρνο (σαν να τον πλακώνει κάτι)
6. Μούδιασμα και μυρμηκιάσεις σε όλο το σώμα
7. Εξάψεις και ιδρώτες στα άκρα
8. Ναυτία και ανακατωσούρα στο στομάχι
9. Μυϊκή τάση και σφίξιμο
10. Τάση λιποθυμίας
Συνηθισμένα ψυχολογικά συμπτώματα είναι τα εξής:
1. Αδυναμία προσοχής και συγκέντρωσης
2. Φόβος ότι μπορεί να πάθει κάτι σημαντικό η υγεία του (π.χ. έμφραγμα, εγκεφαλικό κ.λ.π.)
3. Φόβος ότι το άτομο θα χάσει τον έλεγχο
4. Φόβος ότι μπορεί να ‘τρελαθεί’
Κάθε άτομο που παρουσιάζει κρίση πανικού έχει συνήθως κάποιον συνδυασμό από τα παραπάνω συμπτώματα, τα οποία κλιμακώνονται πολύ γρήγορα . Το άτομο που κάνει μια κρίση πανικού επειδή βιώνει την κατάστασή του ως εξαιρετικά επείγουσα μπορεί να τρέξει έντρομο στα επείγοντα ενός νοσοκομείου σίγουρο ότι μια ανεπανόρθωτη βλάβη συμβαίνει στην υγεία του με τραγικές συνέπειες. Ένας γιατρός ωστόσο δεν χρειάζεται παρά λίγα λεπτά συνήθως για να καταλάβει την φύση του προβλήματος και την απουσία οποιουδήποτε κινδύνου για την σωματική ακεραιότητα του πάσχοντα. Επίσης, τις περισσότερες φορές μέχρι να φτάσει κανείς στα επείγοντα ήδη τα συμπτώματα έχουν αρχίσει να περνάνε και μόνο ο φόβος μπορεί να έχει παραμείνει ή η απορία για το τι τα προκάλεσε.
Πότε οι κρίσεις πανικού γίνονται πρόβλημα;
Ένα άτομο που θα πάθει μια κρίση πανικού στην ζωή του (κι αυτό μπορεί να συμβεί ακόμη και στο 5% του πληθυσμού) τις περισσότερες φορές δεν θα αντιμετωπίσει ξανά παρόμοιο πρόβλημα. Σε μερικούς όμως ανθρώπους η δυσάρεστη αυτή εμπειρία μπορεί να επαναλαμβάνεται αρκετά συχνά και έτσι να προκαλέσει ένα πρόβλημα που πολλές φορές το ονομάζουμε διαταραχή πανικού (για να το διαχωρίσουμε από τις μεμονωμένες κρίσεις).
Σε διάφορες εργασίες έχει βρεθεί ότι διαταραχή πανικού μπορεί να παρουσιάζει το 1%-1.5% του πληθυσμού και είναι πιο συχνή στις γυναίκες. Το πρόβλημα αρχίζει συνήθως σε νεαρή ηλικία (μεταξύ 20-30 ετών).
Πώς είναι να ζει κανείς με διαταραχή πανικού;
‘Αν δεν το’χεις νιώσει δεν μπορείς να το καταλάβεις. Ξαφνικά, εκεί που όλα πήγαιναν καλά και νόμιζες ότι επιτέλους το άγριο θηρίο που είχες μέσα σου αποφάσισε να φύγει, εκείνο λες και είχε στήσει αυτί και ήθελε να σε διαψεύσει προκαλεί την γνωστή σου πλέον τρικυμία. Τι κι αν εσύ αποφάσισες να βγείς λίγο έξω να φας σε μια ταβέρνα σαν όλους τους άλλους ανθρώπους, το σώμα σου φαίνεται να μην σε υπακούει πλέον. Το κεφάλι σου πάει να σπάσει, η ζάλη σε κάνει να νιώθεις ότι είσαι ένα βήμα πριν την λιποθυμία, η καρδιά χτυπάει τόσο δυνατά σαν να θέλει να βγεί από το στέρνο όπου είναι φυλακισμένη. Και σαν να μην φτάνουν αυτά να’σου πάλι αυτή η εικόνα με τον εαυτό σου πεσμένο κάτω και από πάνω διάφορους περίεργους να μονολογούν, «μα καλά τόσο αδύναμος χαρακτήρας με την πρώτη δυσκολία να τα χάνει και να πέφτει κάτω,ούτε τα μικρά παιδιά δεν κάνουν έτσι». Τι σου απομένει τότε; Με την τελευταία στάλα λογικής σου, πριν δηλαδή τρελαθείς ολοκληρωτικά, κάνεις το μόνο πράγμα που έχεις βρει να λειτουργεί, καλύτερο και από τα καλύτερα αγχολυτικά: το σκας και ησυχάζεις. Υπάρχει καλύτερο μέρος από το σπίτι σου άλλωστε;’
Τι είναι η Αγοραφοβία και ποια η σχέση της με τον Πανικό;
Οι άνθρωποι που παθαίνουν κρίσεις πανικού, στα μεσοδιαστήματα μεταξύ των κρίσεων πολλές φορές παρουσιάζουν μια ανησυχία σχετικά με τις πιθανές συνέπειες που μπορεί να έχει μια πιθανή επόμενη κρίση:
‘Τι θα γίνει εάν πάθω κρίση την ώρα που οδηγώ;’, ‘… εάν είμαι έξω σε μια ταβέρνα με φίλους θα καταλάβουν ότι κάτι συμβαίνει με μένα’, ‘…εάν είμαι στον δρόμο μεταξύ αγνώστων ποιος θα με πάει στο νοσοκομείο;’ κ.λ.π. Οι ασθενείς γρήγορα ανακαλύπτουν (βλέπε παραπάνω στην προσωπική περιγραφή ενός πάσχοντα) ότι η γρήγορη απομάκρυνση από το μέρος όπου συνέβη η κρίση και η μετακίνηση σε ‘ασφαλές’ μέρος που μπορεί να είναι το σπίτι ή ένα νοσοκομείο αρκεί για να μετριάσει τα συμπτώματα.
Αυτό όμως οδηγεί γρήγορα σ’αυτό που ονομάζεται αγοραφοβία. Ο όρος αυτός είναι λίγο παραπλανητικός διότι δεν αφορά όπως πιστεύεται σε φόβο της αγοράς (δηλ. εκεί που συναθροίζονται πολλοί άνθρωποι) αλλά περισσότερο σε φόβο να πάει κανείς σε μέρη στα οποία εάν το άτομο πάθει κάτι (π.χ. μια κρίση πανικού) η δυνατότητα διαφυγής θα είναι δύσκολη. Όσο πιο δύσκολή η διαφυγή τόσο πιο έντονος ο φόβος και άρα τόσο πιο έντονη η αποφυγή αυτής της δραστηριότητας. Συνηθισμένα μέρη που αποφεύγουν άτομα με διαταραχή πανικού και αγοραφοβία είναι τα μέσα μαζικής μεταφοράς (λεωφορεία, υπόγειος, αεροπλάνα κ.λ.π.), τα supermarket, όλων των ειδών οι ουρές (π.χ. σε ταμεία), το αυτοκίνητο ιδιαίτερα σε μποτιλιάρισμα, εστιατόρια ή μπαρ με πολύ κόσμο κ.λ.π. Το αποτέλεσμα της αγοραφοβίας είναι ότι περιορίζει πολύ την καθημερινή δραστηριότητα τού πάσχοντα: πώς θα πάει κανείς στην δουλειά του, πώς θα βγεί έξω να διασκεδάσει, να κάνει τα ψώνια του; Να σημειωθεί ότι η αγοραφοβία μπορεί να υπάρχει και μόνη της χωρίς διαταραχή πανικού αν και τις περισσότερες φορές είναι φυσικό επακόλουθο του πανικού.
Πώς θα καταλάβω ότι έχω πανικό και όχι μια σωματική ασθένεια;
Αρκετές φορές, ιδιαίτερα στην αρχή, άτομα με διαταραχή πανικού πιστεύουν ότι πάσχουν από κάτι άλλο. Αυτό είναι πολύ λογικό εάν κοιτάξει κανείς τα σωματικά συμπτώματα του έντονου άγχους. Γι’αυτό τον λόγο όταν κανείς πάθει μια κρίση πανικού είναι σωστό να κάνει μια σειρά απλών εξετάσεων για να αποκλειστούν πιθανά προβλήματα άλλης φύσης (π.χ. υπερθυρεοειδισμός). Πρέπει όμως να τονιστεί ότι οι άλλες αιτίες αποκλείονται εύκολα, ενώ ένας άνθρωπος που παρουσιάζει αυτά τα συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημα ή/και έχει ήδη αναπτύξει αγοραφοβία είναι σχεδόν απίθανο να κερδίσει κάτι από επανειλημμένες εργαστηριακές εξετάσεις. Αντίθετα, οι συνέπειες μιας αθεράπευτης διαταραχής πανικού μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερες για την ποιότητα ζωής του.
Μπορεί κανείς να τρελαθεί από αυτήν;
Ένας συχνός φόβος αυτών που πάσχουν από πανικό/αγοραφοβία είναι ότι κάποια στιγμή λόγω της έντονης ψυχολογικής πίεσης που υφίστανται θα ‘σπάσουν’ και μπορεί να τρελαθούν. Αυτό είναι απολύτως λανθασμένο. Στην πραγματικότητα ισχύει το ακριβώς αντίθετο: ο κίνδυνος να ‘τρελαθεί’ κάποιος με διαταραχή πανικού είναι πολύ μικρότερος από κάποιον που δεν έχει διαταραχή πανικού και σχεδόν αποκλείεται. Οι αιτίες της σχιζοφρένειας είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές του πανικού και τα δυο προβλήματα δεν σχετίζονται καθόλου.
Πού οφείλεται ο Πανικός και η Αγοραφοβία
Οι σύγχρονες έρευνες ενοχοποιούν έναν συνδυασμό παραγόντων τόσο βιολογικών όσο και ψυχολογικών που συνδυάζονται μαζί για την εκδήλωση της διαταραχής. Οι βιολογικοί παράγοντες αναφέρονται κυρίως σε μια υπερδραστηριότητα του αυτόνομου νευρικού συστήματος που εμφανίζουν οι πάσχοντες αλλά και των πολύπλοκων κυκλωμάτων που ελέγχουν κάθε στιγμή κατά πόσον ο οργανισμός λειτουργεί ‘σωστά’. Αποτέλεσμα αυτού είναι ο οργανισμός να εκπέμπει ‘ψευδή σήματα κινδύνου’ που οδηγούν στον πανικό. Σημαντικό ρόλο σ’αυτήν την διαδικασία φαίνεται να παίζει και η αυξημένη συχνότητα αναπνοής που παρουσιάζουν οι πάσχοντες στην διάρκεια του πανικού, κατάσταση που ονομάζεται υπεραερισμός. Από τις διάφορες έρευνες επίσης έχει βρεθεί ότι συγγενείς πασχόντων από διαταραχή πανικού παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της ίδιας διαταραχής.
Οι ψυχολογικοί παράγοντες αναφέρονται περισσότερο στο περιεχόμενο της σκέψης των πασχόντων και στον τρόπο που αυτό συμβάλλει στην γένεση του προβλήματος, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο η συμπεριφορά αποφυγής που αναπτύσσουν οι πάσχοντες συμβάλλει στην διατήρηση του προβλήματος (βλ. παρακάτω). Να σημειωθεί ότι οι βιολογικές και ψυχολογικές ερμηνείες δεν είναι ‘ανταγωνιστικές’ και είναι καλύτερο να τις θεωρούμε ως την διαφορετική όψη του ίδιου νομίσματος. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την επιτυχή αντιμετώπιση του πανικού και της αγοραφοβίας.
Πώς μπορεί να θεραπευτεί ο Πανικός και η Αγοραφοβία;
Παρότι ο πανικός και η αγοραφοβία μπορεί να οδηγήσουν τους πάσχοντες σε μεγάλου βαθμού περιορισμό της καθημερινής τους ζωής, ωστόσο σήμερα με τις υπάρχουσες θεραπείες η πρόγνωση θεωρείται πολύ καλή. Ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και γνωσιακής-συμπεριφορικής ψυχοθεραπείας μπορεί να εξαλείψει τις διαταραχές αυτές στην μεγάλη πλειοψηφία των πασχόντων.
Φαρμακευτική Αγωγή
1. Στόχος των φαρμάκων είναι να εξαλείψουν τα αγχώδη συμπτώματα που έχουν οι πάσχοντες την ώρα των κρίσεων. Έτσι, δίνεται η ευκαιρία στον πάσχοντα να ξαναρχίσει τις δραστηριότητες που έχει σταματήσει, να ξανακερδίσει την χαμένη εμπιστοσύνη στον εαυτό του και να επαναφέρει την διάθεσή του σε φυσιολογικά επίπεδα εάν είναι ‘πεσμένη’. Η επιτυχής αντιμετώπιση των αγχωδών συμπτωμάτων δίνει επίσης την ευκαιρία στον πάσχοντα να συμμετέχει στο πρόγραμμα ψυχοθεραπείας που θα ακολουθήσει πιο ενεργά και έτσι να έχει πιο γρήγορα αποτελέσματα.
2. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι συνήθως δυο ειδών:
α) οι βενζοδιαζεπίνες, π.χ. το Xanax και β) κάποια αντικαταθλιπτικά όπως Ladose, Seroxat, Anafranil, κ.λ.π.
3. Γνωσιακή – Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία:
Κατ’αρχήν θα πρέπει να τονιστεί ότι ψυχοθεραπεία και ψυχανάλυση δεν είναι ταυτόσημες έννοιες όπως πιστεύουν μερικοί. Ψυχοθεραπεία είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μορφές θεραπείας οι οποίες στοχεύουν στην επίλυση προβλημάτων ψυχολογικής υφής μέσω της δημιουργίας μιας σχέσης με έναν ειδικό θεραπευτή και με την χρησιμοποίηση ειδικών τεχνικών που βασίζονται σε μια συγκεκριμένη θεωρία. Οι τεχνικές αυτές είναι βεβαίως καθαρά ψυχολογικές, δηλαδή το μόνο επικοινωνιακό μέσον που χρησιμοποιούν είναι ο λόγος. Υπάρχουν πολλά είδη ψυχοθεραπειών, όπως η ψυχαναλυτική (που βασίζεται στην θεωρία του Freud), η γνωσιακή- συμπεριφορική, η διαπροσωπική, η συστεμική, η οικογενειακή κ.λ.π.
Μετά την απαραίτητη αυτή εισαγωγή θα πρέπει να επισημανθεί ότι η μοναδική ψυχοθεραπεία η οποία έχει συστηματικά μελετηθεί και έχει βρεθεί να παρουσιάζει σημαντικό θεραπευτικό αποτέλεσμα στον πανικό και την αγοραφοβία είναι η γνωσιακή-συμπεριφορική .
Τα χαρακτηριστικά της ψυχοθεραπείας αυτής είναι α) ότι είναι σύντομης διάρκειας (π.χ. 3 μήνες), β) εστιάζει την προσοχή της στα τωρινά προβλήματα και όχι τόσο στο παρελθόν όπως άλλες, γ) βασίζεται στην στενή συνεργασία του θεραπευτή και του θεραπευομένου και δ) βασίζει το αποτέλεσμά της περισσότερο στην δουλειά που θα κάνει ο θεραπευόμενος μεταξύ των συνεδριών στο σπίτι του και όχι τόσο εντός των συνεδριών.
Πηγή: http://boro.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.