Μεγαλύτερες κατά 20,8% οι πιθανότητες επιβίωσης των καρδιοπαθών.
Οι ασθενείς που είναι διστακτικοί για να υποβληθούν σε μια επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης ή μπάι πας για τη θεραπεία μιας φραγμένης αρτηρίας έχουν καλύτερες πιθανότητες επιβίωσης μακροπρόθεσμα σε σχέση με όσους επιλέγουν την αγγειοπλαστική, σύμφωνα με την πιο διεξοδική συγκριτική μελέτη που έχει διεξαχθεί μέχρι σήμερα.
Τα συμπεράσματα της αυτής ανάλυσης που έγινε σε 190.000 ασθενείς στις ΗΠΑ ανακοινώθηκαν σήμερα, την τελευταία ημέρα του 61ου ετήσιου συνεδρίου του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας, οι εργασίες του οποίου άρχισαν το Σάββατο στο Σικάγο του Ιλινόι (βόρειες ΗΠΑ).
Η μελέτη αποκαλύπτει ότι οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε διαδερμική αγγειοπλαστική είχαν υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας κατά τα τέσσερα πρώτα χρόνια μετά την επέμβαση, σε σχέση με όσους επέλεξαν την αορτοστεφανιαία παράκαμψη με 20,8% έναντι 16,41% αντίστοιχα.
Το bypass απαιτεί μια βαριά χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση της στεφανιαίας νόσου. Είναι η διαδικασία που ακολουθείται για να παρακαμφθεί μια στεφανιαία αρτηρία με στένωση ή απόφραξη λόγω της συσσώρευσης λίπους στα τοιχώματα της, με την εμφύτευση ενός άλλου αγγείου που αφαιρείται συχνά από τα κάτω άκρα, κάτω από αυτή την τελευταία.
Για τη αγγειοπλαστική που δεν απαιτεί χειρουργική προσέγγιση, οι γιατροί παρεμβάλλουν μικρά φουσκωτά μπαλονάκια στο εσωτερικό της αρτηρίας που νοσεί με μια μικρή τομή στο επίπεδο της βουβωνικής χώρας.
Η διαδικασία συχνά ολοκληρώνεται με την τοποθέτηση ενός μεταλλικού ελάσματος ή αγγειακής ενδοπρόθεσης, του στεντ, στο σημείο της στένωσης της αρτηρίας ώστε να τη διατηρεί ανοιχτή.
Οι επεμβάσεις βοηθούν στη βελτίωση της ροής του αίματος στις στεφανιαίες αρτηρίες της καρδιάς στα άτομα με στεφανιαία νόσο.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τα δεδομένα που έλαβαν από 86.000 Αμερικανούς που υποβλήθηκαν σε αορτοστεφανιαία παράκαμψη και από 103.000 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική από το 2004 έως το 2008.
Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο για την Καρδιά, τους Πνεύμονες και το Αίμα (NHLBI) που ανήκει στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας (NIH) των ΗΠΑ.
Πηγή: http://www.newsbeast.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.