«Δεν πρέπει να αποτελέσει εργαλείο μείωσης των κοινωνικών παροχών» τονίζει η εθνική συνομοσπονδία ΑμεΑ
Την ενδελεχή εξέταση των παθήσεων όπως είναι ταξινομημένες στον ισχύοντα Κανονισμό Εκτίμησης Βαθμού Αναπηρίας (ΚΕΒΑ), με τη συμμετοχή κάθε φορά σχετικών έγκριτων εξειδικευμένων επιστημόνων της ιατρικής και φορέων μελών που εκπροσωπούν τα ίδια τα άτομα με την υπό εξέταση αναπηρία ή χρόνια πάθηση, εισηγείται η εθνική συνομοσπονδία ΑμεΑ προς την ειδική επιστημονική επιτροπή του υπουργείου εργασίας που μελετά την έκδοση νέου Κανονισμού
Όπως επισημαίνεται σε σχετική παρέμβαση – κατάθεση θέσεων της συνομοσπονδίας “ευνόητο είναι ότι η εξέταση παραδείγματος χάρη παθήσεων του ενδοκρινικού συστήματος (ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτης) ή αιματολογικών παθήσεων (ομόζυγος β΄ μεσογειακή, δρεπανοκυτταρική) και ο καθορισμός της εκατοστιαίας αναλογίας ποσοστού αναπηρίας απαιτεί την συμμετοχή εξειδικευμένων επιστημόνων, όπως είναι ενδοκρινολόγοι/παθολόγοι εξειδικευμένοι στο διαβήτη ή αιματολόγοι στο παράδειγμά μας. Μόνο κατά αυτόν τον τρόπο θα λειτουργήσει σωστά ο νέος Κανονισμός, όπως και το σύστημα της κλήρωσης των συμμετεχόντων ιατρών στις Υγειονομικές Επιτροπές που καθορίζεται με το άρθρο 6 του ν. 3863/2010. Είναι αντιληπτό ότι η επικαιροποίηση του ΚΕΒΑ είναι εργασία μεθοδική που απαιτεί χρόνο και διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς πριν την οριστικοποίησή του. Εν τέλει ο επικαιροποιημένος ΚΕΒΑ πρέπει να θεραπεύσει τις παθογένειες του προηγούμενου αναχρονιστικού συστήματος”.
Σύμφωνα με την ΕΣΑμεΑ “η επικαιροποίηση του ΚΕΒΑ από μόνη της χωρίς να συνοδευτεί από την εισαγωγή ενός νέου συστήματος (που είτε θα λαμβάνει υπόψη του τα χαρακτηριστικά δοκιμασμένων συστημάτων ανεπτυγμένων χωρών, είτε το Διεθνές σύσημα ICF του Π.Ο.Υ., είτε το συνδυασμό τους) αξιολόγησης και πιστοποίησης της αναπηρίας, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ούτε από τον επιστημονικό και πολιτικό κόσμο, ούτε από τα άτομα με αναπηρία”. Επιχειρηματολογώντας υπέρ της παραπάνω θέση της η συνομοσπονδία τονίζει ότι “ενισχύεται από τις σοβαρές ελλείψεις που χαρακτηρίζουν το ισχύον σύστημα αξιολόγησης και πιστοποίησης της αναπηρίας”. Προσδιορίζοντας δε τις ελλείψεις αναφέρει: “ έλλειψη προσβάσιμων κτιρίων στέγασης των Υγειονομικών Επιτροπών - ασαφές θεσμικό πλαίσιο της κατ’ οίκον εξέτασης ατόμων με βαριές και πολλαπλές αναπηρίες με κύριο επακόλουθο την εξέταση των ατόμων με βαριές αναπηρίες κυριολεκτικά επί των πεζοδρομίων - διοικητικό προσωπικό χωρίς καμία γνώση επί των θεμάτων αναπηρίας - έλλειψη στελέχωσης των υγειονομικών επιτροπών από κοινωνικούς επιστήμονες που έχουν γνώση σε θέματα αναπηρίας”.
Το “δια ταύτα” παρέμβασης της ΕΣΑμεΑ έχει ως εξής: “Το βέβαιο είναι ότι η αναπηρία δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξετάζεται ως μέγεθος δημοσιονομικό ούτε τα άτομα με αναπηρία να θεωρούν ότι το νέο σύστημα αξιολόγησης και πιστοποίησης της αναπηρίας μπορεί να αποτελέσει τον προσκρούστη της αναπηρίας και των κοινωνικών παροχών που δικαιούνται. Τα άτομα με αναπηρία και οι οικογένειές τους πρέπει να απαλλαγούν από το διάχυτο φόβο ότι η επικαιροποίηση του ΚΕΒΑ μπορεί να καταστεί εργαλείο μείωσης κοινωνικών παροχών. Και αυτό θα γίνει μόνο εάν η διαδικασία αυτή αποτελέσει πόνημα επιστημονικής εγκυρότητας στην οποία θα συμμετέχουν και οι φορείς της κοινωνίας που σχετίζονται με αυτήν”.
Την ενδελεχή εξέταση των παθήσεων όπως είναι ταξινομημένες στον ισχύοντα Κανονισμό Εκτίμησης Βαθμού Αναπηρίας (ΚΕΒΑ), με τη συμμετοχή κάθε φορά σχετικών έγκριτων εξειδικευμένων επιστημόνων της ιατρικής και φορέων μελών που εκπροσωπούν τα ίδια τα άτομα με την υπό εξέταση αναπηρία ή χρόνια πάθηση, εισηγείται η εθνική συνομοσπονδία ΑμεΑ προς την ειδική επιστημονική επιτροπή του υπουργείου εργασίας που μελετά την έκδοση νέου Κανονισμού
Όπως επισημαίνεται σε σχετική παρέμβαση – κατάθεση θέσεων της συνομοσπονδίας “ευνόητο είναι ότι η εξέταση παραδείγματος χάρη παθήσεων του ενδοκρινικού συστήματος (ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτης) ή αιματολογικών παθήσεων (ομόζυγος β΄ μεσογειακή, δρεπανοκυτταρική) και ο καθορισμός της εκατοστιαίας αναλογίας ποσοστού αναπηρίας απαιτεί την συμμετοχή εξειδικευμένων επιστημόνων, όπως είναι ενδοκρινολόγοι/παθολόγοι εξειδικευμένοι στο διαβήτη ή αιματολόγοι στο παράδειγμά μας. Μόνο κατά αυτόν τον τρόπο θα λειτουργήσει σωστά ο νέος Κανονισμός, όπως και το σύστημα της κλήρωσης των συμμετεχόντων ιατρών στις Υγειονομικές Επιτροπές που καθορίζεται με το άρθρο 6 του ν. 3863/2010. Είναι αντιληπτό ότι η επικαιροποίηση του ΚΕΒΑ είναι εργασία μεθοδική που απαιτεί χρόνο και διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς πριν την οριστικοποίησή του. Εν τέλει ο επικαιροποιημένος ΚΕΒΑ πρέπει να θεραπεύσει τις παθογένειες του προηγούμενου αναχρονιστικού συστήματος”.
Σύμφωνα με την ΕΣΑμεΑ “η επικαιροποίηση του ΚΕΒΑ από μόνη της χωρίς να συνοδευτεί από την εισαγωγή ενός νέου συστήματος (που είτε θα λαμβάνει υπόψη του τα χαρακτηριστικά δοκιμασμένων συστημάτων ανεπτυγμένων χωρών, είτε το Διεθνές σύσημα ICF του Π.Ο.Υ., είτε το συνδυασμό τους) αξιολόγησης και πιστοποίησης της αναπηρίας, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ούτε από τον επιστημονικό και πολιτικό κόσμο, ούτε από τα άτομα με αναπηρία”. Επιχειρηματολογώντας υπέρ της παραπάνω θέση της η συνομοσπονδία τονίζει ότι “ενισχύεται από τις σοβαρές ελλείψεις που χαρακτηρίζουν το ισχύον σύστημα αξιολόγησης και πιστοποίησης της αναπηρίας”. Προσδιορίζοντας δε τις ελλείψεις αναφέρει: “ έλλειψη προσβάσιμων κτιρίων στέγασης των Υγειονομικών Επιτροπών - ασαφές θεσμικό πλαίσιο της κατ’ οίκον εξέτασης ατόμων με βαριές και πολλαπλές αναπηρίες με κύριο επακόλουθο την εξέταση των ατόμων με βαριές αναπηρίες κυριολεκτικά επί των πεζοδρομίων - διοικητικό προσωπικό χωρίς καμία γνώση επί των θεμάτων αναπηρίας - έλλειψη στελέχωσης των υγειονομικών επιτροπών από κοινωνικούς επιστήμονες που έχουν γνώση σε θέματα αναπηρίας”.
Το “δια ταύτα” παρέμβασης της ΕΣΑμεΑ έχει ως εξής: “Το βέβαιο είναι ότι η αναπηρία δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξετάζεται ως μέγεθος δημοσιονομικό ούτε τα άτομα με αναπηρία να θεωρούν ότι το νέο σύστημα αξιολόγησης και πιστοποίησης της αναπηρίας μπορεί να αποτελέσει τον προσκρούστη της αναπηρίας και των κοινωνικών παροχών που δικαιούνται. Τα άτομα με αναπηρία και οι οικογένειές τους πρέπει να απαλλαγούν από το διάχυτο φόβο ότι η επικαιροποίηση του ΚΕΒΑ μπορεί να καταστεί εργαλείο μείωσης κοινωνικών παροχών. Και αυτό θα γίνει μόνο εάν η διαδικασία αυτή αποτελέσει πόνημα επιστημονικής εγκυρότητας στην οποία θα συμμετέχουν και οι φορείς της κοινωνίας που σχετίζονται με αυτήν”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.