Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

«Συνεταιρισμοί εργατών» στην «κοινωνική οικονομία της αγοράς»


«Κοινωνική επιχειρηματικότητα» - «Κοινωνική οικονομία».

Τρόπους παραπέρα προώθησης της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» στην Ελλάδα, αυτή τη φορά μέσω «εργατικών συνεταιρισμών» αναζητούν εργατοπατέρες με στήριξη ΕΕ, κυβέρνησης και μεγάλου κεφαλαίου. Σε αυτό το πλαίσιο παρουσίασαν μεσοβδόμαδα σχετική έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Βιομηχανικών Συνεταιρισμών και Συνεταιρισμών Προσφοράς Υπηρεσιών και Βιοτεχνών (CICOPA), που είναι τομεακός οργανισμός της λεγόμενης Διεθνούς Συνεταιριστικής Συμμαχίας (ICA). Η έκθεση χρηματοδοτήθηκε από το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ILO) και στην Ελλάδα ανέλαβε την προβολή της το «Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής» της ΓΣΕΕ.

Η έκθεση εστιάζει στους «εργατικούς συνεταιρισμούς», καθώς εκτιμά ότι στην Ελλάδα είναι πολύ πίσω τα πράγματα. Χρησιμοποιεί σαν κορυφαίο παράδειγμα την αγαπημένη όλων των ιμπεριαλιστικών οργανισμών, την ισπανική «Μοντραγκόν», που είναι μεν συνεταιριστική αλλά έχει εξελιχθεί σε έναν όμιλο 250 καπιταλιστικών επιχειρήσεων που απασχολούν 85.000 εργάτες.

Παρακάτω η έκθεση διαπιστώνει με θλίψη πως το μοναδικό τέτοιο «συνεταιριστικό» ελληνικό παράδειγμα, η ΒΙΟ.ΜΕ., δεν πάει καλά καθώς οι εργάτες δεν υφίστανται ούτε ως νομική πραγματικότητα (αυτό είναι το πρόβλημα στην «ελεύθερη αγορά» και τον ανταγωνισμό των μεγαθηρίων!) και άρα δεν μπορούν να ενταχθούν σε αυτό που λένε συνεταιριστικό εργοστάσιο. Και λαθροχειρεί εμφανίζοντας ως συνεταιρισμένους στη χώρα μας 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους. Το κάνει αθροίζοντας τους ασφαλισμένους στα Ταμεία και όσους πράγματι συνεταιρίζονται με όρους συντεχνίας αιώνες τώρα (ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί κ.ά.).

Παραπέρα ζητά να επιβληθούν «καθαροί όροι» στο παιχνίδι, ώστε το κεφάλαιο να μπορεί να αντιμετωπίζει τους εργατικούς συνεταιρισμούς σαν «ισότιμους ανταγωνιστές».

Οι οδηγίες που φέρνει από το εξωτερικό σαν εισαγωγή εμπειρίας, αφορούν σε νομικές διαδικασίες και από τα στοιχεία λείπει κάθε αναφορά στις εργασιακές σχέσεις των εργατών - αφεντικών. Ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εξαρτώνται από τις υφιστάμενες ΣΣΕ αφού δεν είναι απλά εργάτες μισθωτοί αλλά... ιδιοκτήτες.

Η τέτοια έκθεση, τα μοντέλα που εισάγει, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος σε συνδικαλιστές, εκπροσώπους υπουργείων, διεθνούς βεληνεκούς εργατοπατέρες, παράγοντες της ΕΕ (που βγάζουν φλύκταινες ακούγοντας το σύνθημα «Εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά») που προβάλλουν την «κοινωνική επιχειρηματικότητα» ως λύση απέναντι στην ογκούμενη ανεργία. Ότι άνεργοι θα λειτουργήσουν εργοστάσια που κλείνουν, το λεγόμενο συνεταιριστικό επιχειρηματικό μοντέλο. Οπορτουνιστικές πολιτικές δυνάμεις τύπου ΣΥΡΙΖΑυποστηρίζουν περίπου ανοιχτά ότι το λαϊκό κίνημα στην Ελλάδα πρέπει ν' αξιοποιήσει την υποτιθέμενη «θετική» εμπειρία της Αργεντινής, με τη λειτουργία «αυτοδιαχειριζόμενων» συνεταιριστικών επιχειρήσεων, όπως έγινε με στήριξη της αργεντίνικης κυβέρνησης μετά τα γεγονότα της περιόδου 1999-2002.

Ουσιαστικά προτείνουν στο λαϊκό κίνημα να υιοθετήσει στόχους αντίστοιχους με αυτούς ισχυρών ιμπεριαλιστικών οργανισμών και αστικών κρατών. Πίσω από «αυτοδιαχειριστικές» κορώνες σοσιαλδημοκρατικής κοπής ξεπροβάλλει η πραγματική στόχευση της «κυβερνώσας Αριστεράς»: Στήριξη με κάθε τρόπο της «υγιούς» επιχειρηματικότητας και της "ανταγωνιστικότητας" της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.

Αυτά τα εγχειρήματα όχι μόνο δεν αποτελούν «ρήγματα» στην καπιταλιστική οικονομία, αλλά αντίθετα αποτελούν μπαλώματα στις δυσκολίες διαχείρισης κι ενσωμάτωσης που νομοτελειακά δημιουργεί η οικονομική κρίση. Εμποδίζουν τη δημιουργία πραγματικών ρηγμάτων στην αστική διαχείριση και στο αστικό πολιτικό σύστημα.

Ακριβώς ως τέτοια προβάλλονται ιδιαίτερα σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης από την ΕΕ, ΔΝΤ και κυβερνήσεις (αν και προωθούνται συστηματικά στην ΕΕ χρόνια τώρα, και σε συνθήκες υψηλών ρυθμών καπιταλιστικής ανάπτυξης, και τώρα που με πρόσχημα την κρίση οι λεγόμενες διαρθρωτικές αλλαγές επιταχύνονται). Χαρακτηριστικά το 2009 η «Παγκόσμια Ημέρα Συνεταιρισμών» γιορτάστηκε με σύνθημα «Καθοδηγώντας την παγκόσμια ανάκαμψη μέσω των συνεταιρισμών». Τα συνεταιριστικά εγχειρήματα προτείνονται ανοιχτά ως εναλλακτικές μορφές αναθέρμανσης της καπιταλιστικής οικονομίας, ως μέσο ενεργητικής ενσωμάτωσης πιθανών τριγμών που θα μπορούσαν προοπτικά ν' απειλήσουν την οικονομική και πολιτική εξουσία του κεφαλαίου.

Είναι βολικό για την εξουσία της αστικής τάξης οι εργάτες να μη στρατεύονται ενάντιά της, να μην παλεύουν με στόχο την κοινωνική ιδιοκτησία των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, αλλά να εγκλωβίζονται σε απομονωμένες και απέλπιδες πολλές φορές προσπάθειες επαναλειτουργίας χρεοκοπημένων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, με στόχο να επιβιώσουν στη ζούγκλα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, να βρουν προσωρινή διέξοδο από την ακραία φτώχεια, ενώ στους στρατηγικούς κλάδους της παραγωγής κυριαρχούν μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι και η εργατική τάξη εξακολουθεί να υφίσταται άγρια εκμετάλλευση. Είναι βολικό για το εκμεταλλευτικό σύστημα να μην αμφισβητείται ριζικά ως τέτοιο, αλλά να καλλιεργείται μαζικά η άποψη ότι ο εργάτης μπορεί να γίνει συλλογικός εργοδότης.

Τη δεκαετία του 1980 το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε αντίστοιχες αυταπάτες σε μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης, καθώς αναδείχτηκε κυβέρνηση με τα συνθήματα της εργατικής αυτοδιαχείρισης και των συνεταιρισμών, δίπλα φυσικά στις «κοινωνικοποιήσεις» εντός καπιταλισμού. Τα πολυδιαφημισμένα αυτά εγχειρήματα είτε ξεπεράστηκαν στο πλαίσιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, είτε χρεοκόπησαν, είτε εξελίχτηκαν (με την είσοδο ομίλων και ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων στη μετοχική τους σύνθεση) σε μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις. «Εργατικός έλεγχος» και συμμετοχή εξανεμίστηκαν καθώς τμήμα των εργαζομένων, η εργατική αριστοκρατία, έκανε καριέρα, επάνδρωσε ΔΣ, έβαλε «δάχτυλο στο μέλι» ενόσω η πλειοψηφία των εργαζομένων είδε μισθούς να μειώνονται, δικαιώματα να τσακίζονται, αντιμετώπισε ανεργία.
Λειτουργούν με τους κανόνες του καπιταλισμού...

Στη σημερινή Ελλάδα, οι προπαγανδιστές της «κοινωνικής επιχειρηματικότητας» αποσιωπούν ότι το κολοσσιαίο Ναυπηγείο του Σκαραμαγκά δεν χτίζει ούτε βάρκα γιατί αυτό επιβάλει ο διεθνής ανταγωνισμός στον καπιταλισμό και το επικυρώνει με συγκεκριμένες κατευθύνσεις η ΕΕ. Προσπερνούν ότι στο ισχύον σύστημα, οι «συνεταιρισμένοι» εργάτες των ναυπηγείων πρέπει να βγουν στο ανταγωνιστικό πέλαγος των κλαδικών μονοπωλίων για να εξασφαλίσουν κατ' αρχάς φτηνές πρώτες ύλες (που τις ελέγχουν μονοπώλια), και αφού αυτοδεσμευτούν ότι θα δουλεύουν νυχθημερόν, πρέπει να αρκεστούν σε τόσο εξευτελισμένα μεροκάματα ώστε χάνει κάθε νόημα ο όρος «μισθωτή σκλαβιά», για να ελπίζουν ακολούθως ότι θα βρουν στην «αγορά» παραγγελίες.

Επιπρόσθετα, αποκρύπτουν ότι στο «συνεταιριστικό» εργοστάσιο, που λειτουργεί εντός καπιταλισμού και που άρα για να επιβιώσει πρέπει να είναι «ανταγωνιστικό», είναι υποχρεωτική η εκμετάλλευση των εργατών του, ακόμα και αν πρόκειται για αυτοεκμετάλλευση. Ουσιαστικά μιλούν για καπιταλιστικές επιχειρήσεις όπου ένα μέρος των εργαζόμενων ξεχωρίζουν ως διευθυντικά στελέχη με διαφοροποιημένα εισοδήματα από αυτά των απλών εργατών, ενώ προσλαμβάνουν και άλλους εργάτες (εκτός συνεταιρισμού) με τσακισμένα εργασιακά δικαιώματα. Διαφορετικά το εγχείρημα είναι θνησιγενές.

Φαίνεται κι από το πολυδιαφημισμένο παράδειγμά τους, τη ΒΙΟ.ΜΕ. («Βιομηχανική Μεταλλευτική») θυγατρική της πτωχευμένης πλέον «Φιλκεράμ-Johnson». Παρήγαγε κόλλες πλακιδίων, αρμούς, άλλα δομικά υλικά, λειτουργούσε συμπληρωματικά σ' ένα βαθμό προς τη μητρική. Μετά από τη χρεοκοπία της μητρικής και μπαίνοντας σε διαδικασία ρευστοποίησης - πλειστηριασμού του πάγιου εξοπλισμού, στο πλαίσιο του Πτωχευτικού Δικαίου, για να πληρωθούν τόσο οι πιστωτές όσο και οι 300 περίπου εργάτες, η εργοδοσία της «Φιλκεράμ» «εγκατέλειψε» τη ΒΙΟ.ΜΕ. Τότε δούλευαν εκεί περίπου 70 εργαζόμενοι. Μετά από έναν και πλέον χρόνο προσπάθειας για πληρωμή των δεδουλευμένων (απλήρωτοι οι εργαζόμενοι από το Μάη 2011), πάρθηκε η απόφαση από 38 εργαζομένους για επαναλειτουργία του εργοστασίου, υπό μορφή «εργατικού συνεταιρισμού», ως λύση απέναντι στην ανεργία, στην απόλυτη εξαθλίωσή τους.

Το Φλεβάρη του 2012 οι εργαζόμενοι της ΒΙΟ.ΜΕ. ανακοίνωσαν ότι έθεσαν το εργοστάσιο σε λειτουργία, ότι ξεκίνησαν να παράγουν. Πρακτικά η παραγωγή περιορίστηκε σε ορισμένα βιολογικά καθαριστικά (έχουν μικρό αρχικό κόστος παραγωγής, χρηματοδοτούμενο από το ταμείο του σωματείου) που διακινούνται κυρίως μέσα από παζάρια αλληλεγγύης.

Οι εργάτες πείστηκαν πως χωρίς ουσιαστικά να κατέχουν τα μέσα παραγωγής, με το να πουλήσουν μερικά καθαριστικά, αυτό είναι «αυτοδιαχείριση» και ανοίγει «προοπτικές»... Στην πράξη έχασαν ακόμα και τις αποζημιώσεις τους που τις έβαλαν αρχικό κεφάλαιο κίνησης. Όσο φωτεινά κι αν προσπαθούν ορισμένοι να περιγράψουν το εγχείρημα, η πικρή αλήθεια είναι ότι οι εργάτες στη συγκεκριμένη επιχείρηση σε αυτήν τη φάση προσπαθούν να διαχειριστούν τη φτώχεια τους, να βρουν προσωρινή διέξοδο από την πείνα.

Για δε το περιλάλητο αργεντίνικο πρότυπο, σημειωτέον πως οι Αργεντίνοι εργάτες στ' «αυτοδιαχειριζόμενα» εργοστάσια δεν μπόρεσαν μέχρι σήμερα ούτε να προσεγγίσουν τους μισθούς που έπαιρναν προ κρίσης του 2001. Χαρακτηριστικά μεταλλεργάτης τορναδόρος έπαιρνε τότε μισθό 1.200 δολάρια (ντοκιμαντέρ «The Take»). Μετά από μακριά περίοδο ανεργίας, με ομάδα συναδέλφων του επαναλειτούργησαν κλειστό εργοστάσιο, αρχικά χωρίς μισθό και κλείνοντας συμβόλαια για φασόν παραγωγή (ο πελάτης τους έδινε πρώτη ύλη και τους προπλήρωνε). Το 2011 σε κατειλημμένο εργοστάσιο παραγωγής συσκευασιών αλουμινίου οι εργάτες πληρώνονται 500-600 δολάρια. Όχι απλά τα μισά από όσα έπαιρνε ο τορναδόρος προ κρίσης, αλλά σε επίπεδο πραγματικού (και όχι ονομαστικού μισθού) πολύ λιγότερα λόγω πληθωρισμού (ντοκιμαντέρ «Εξάντας: Το πείραμα της Αργεντινής» 2011). Δουλειά για ένα ξεροκόμματο...
Η περιλάλητη «Mondragon»

Όσο για την «Mondragon» που διαφημίζουν, έχει τη σημασία του το γεγονός ότι ως πρότυπο την πλασάρει και η Κομισιόν. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε πρόσφατα «Οδηγό για την Κοινωνική Ευρώπη» με τίτλο «Κοινωνική Οικονομία και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα».

Εκεί την παρουσιάζει ως «Μια συνεταιριστική απάντηση στην κρίση»: «Η "Mondragon Corporation" είναι μια ομοσπονδία εργατικών συνεταιρισμών που εδρεύει στη Χώρα των Βάσκων στην Ισπανία. Ιδρύθηκε το 1956 με τη δημιουργία στην πόλη Μοντραγκόν του πρώτου βιομηχανικού συνεταιρισμού της επαρχίας Ζιπουσκόα και σήμερα είναι η 10η μεγαλύτερη επιχειρηματική ένωση στην Ισπανία (...) Το 2011 ο όμιλος αποτελείτο από 258 εταιρείες και οντότητες, με σχεδόν 84.000 εργαζόμενους και έσοδα 14.755 εκατομμύρια ευρώ. Ενώ η "Mondragon" έχει τις ρίζες της στον τομέα της μεταποίησης, η εταιρεία είναι πλέον ενεργή στους τομείς της βιομηχανίας, των χρηματοοικονομικών και της διανομής, και έχει αναπτύξει σημαντικές πρωτοβουλίες στα πεδία της γνώσης και της εκπαίδευσης».

«Έπειτα από δύο δεκαετίες συνεχούς ανάπτυξης, η "Mondragon Corporation", όπως και πολλές άλλες επιχειρήσεις, επλήγη από την οικονομική κρίση (...) ωθώντας τη "Mondragon" να λάβει αρκετά μέτρα με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής θέσης της εταιρείας». Περιελάμβαναν «μειώσεις μισθών, επέκταση ωραρίου και αύξηση των εισφορών μετοχικού κεφαλαίου (μέσω, μεταξύ άλλων, της επανεπένδυσης των κερδών και της σύστασης προαιρετικού αποθεματικού ταμείου)». Η Κομισιόν μιλά επίσης για «απώλεια ωρών εργασίας», «μείωση της απασχόλησης» και «εθελοντικά προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης». Καπιταλισμό... λαϊκής βάσης έταξαν στους εργάτες μα μόλις ξέσπασε η καπιταλιστική κρίση την πλήρωσαν βαριά.

Παράλληλα, άλλες πηγές δίνουν για τη συνεταιριστική και «αυτοδιαχειριζόμενη» «Mondragon» κι άλλα στοιχεία που... ξέχασε να τα καταγράψει η Κομισιόν ή οι εργατοπάτερες:

Καθώς η συνολική μισθολογική πολιτική είναι άμεσα συνδεδεμένη με την οικονομική κατάσταση του συνεταιρισμού, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 σε πολλές περιπτώσεις οι συνεταιρισμένοι εργάτες προχώρησαν μόνοι τους σε μείωση των αμοιβών τους. Επίσης ως μέσο εξάπλωσης του δικτύου της «Mondragon» αξιοποιήθηκαν ειδικές συμφωνίες με ιδιωτικές επιχειρήσεις μέσω των οποίων η «Mondragon» επωφελούνταν και ξεπερνούσε υποχρεώσεις που τυπικά έχει (π.χ. οι εργαζόμενοι των συνεργαζόμενων ιδιωτικών επιχειρήσεων μπορεί να έχουν πολύ χαμηλότερους μισθούς).

Επιπλέον στο συνεταιριστικό δίκτυο της «Mondragon» ισχύει η λεγόμενη «ημερολογιακή ευελιξία». Οι ώρες εργασίας προσαρμόζονται ανάλογα με τη ζήτηση από την «αγορά» εμπορευμάτων του συνεταιρισμού. Η σταθερή εργάσιμη ημέρα θυσιάζεται μπρος στο «καλό» της επιχείρησης.

«Κερασάκι» στα παραπάνω ήταν ο τρόπος αντιμετώπισης από τη «Mondragon» της μεγάλης απεργίας του 1974 όπου συμμετείχαν περίπου 400 εργάτες αντιδρώντας στην εισαγωγή συστήματος αξιολόγησης. Υπήρξε έντονη αντιπαράθεση μεταξύ διευθυντών και εργαζομένων. Απολύθηκαν 17 πρωτοπόροι εργαζόμενοι, υποβλήθηκαν πρόστιμα στους άλλους 397 που απέργησαν.
Είλωτες ήδη στην Τοπική Διοίκηση

Σημειωτέον, η «Κοινωνική Επιχειρηματικότητα» εφαρμόζεται ήδη στην Ελλάδα μέσα από την Τοπική Διοίκηση, ως μέσο εύρεσης φτηνών εργαζομένων, κατάργησης δικαιωμάτων, ανακύκλωσης της ανεργίας και αναδιανομής της φτώχειας. Όχημα οι λεγόμενες «Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις» (ΚΟΙΝΣΕΠ) που επιπλέον, διευκολύνουν την είσοδο ιδιωτών σε κρίσιμες υπηρεσίες, απαλλαγή του κράτους από την ευθύνη του σε βασικές αρμοδιότητες, ενισχύουν την ανταποδοτικότητα. Τις προβάλλουν ως λύση συμβιβασμένες δημοτικές αρχές για να λειτουργήσουν δημοτικές υπηρεσίες.

Στις ΚΟΙΝΣΕΠ ωθούνται να συμμετέχουν ως «μέτοχοι» - είλωτες χιλιάδες άνεργοι, απολυμένοι, πρώην συμβασιούχοι των δήμων και άλλοι, προκειμένου δημοτικές αρχές να συνεχίσουν με λιγότερα χρήματα την παροχή υποβαθμισμένων κοινωνικών υπηρεσιών που χρειάζεται η λαϊκή οικογένεια, π.χ. βρεφονηπιακοί σταθμοί, καθαριότητα, φροντίδα ηλικιωμένων κ.ά. Ήδη δημοτικές αρχές έχουν υπογράψει συμβάσεις με τέτοιες επιχειρήσεις. Οσμιζόμενοι κέρδη, στις ΚΟΙΝΣΕΠ λέγεται ότι «μπαίνουν» και μεγαλοσχήμονες επιχειρηματικών ομίλων και πρώην μεγαλοστελέχη δημοτικών αρχών, προσδοκώντας με κέρδη από εργολαβίες σε δήμους να αγοράσουν πληρέστερο εξοπλισμό (π.χ. μηχανήματα καθαρισμού, οχήματα) και υποδομές.

Οι ΚΟΙΝΣΕΠ εμφανίστηκαν επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ με το Ν. 4019/2011 («Νόμος Κατσέλη» για «Κοινωνική Οικονομία»). Ο ΣΥΡΙΖΑ τις εντάσσει στη λεγόμενη «αλληλέγγυα οικονομία» που τη χαρακτηρίζει βασικό πυλώνα ανάπτυξης στην «παραγωγική ανασυγκρότηση» που προτείνει στο πρόγραμμά του. Οι πόροι των ΚΟΙΝΣΕΠ αποτελούνται από το κεφάλαιο της επιχείρησης, δωρεές τρίτων, έσοδα από την «επιχειρηματική δραστηριότητά» τους, επιχορηγήσεις από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, την ΕΕ, διεθνείς ή εθνικούς οργανισμούς, ΟΤΑ, κάθε άλλο έσοδο από την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους.

Όπου δοκιμάστηκαν μειώθηκε παραπέρα η κρατική επιχορήγηση προς τους δήμους, απολύθηκε προσωπικό τους, εμπορευματοποιήθηκαν έργα και υπηρεσίες προς τους δημότες, μεθοδεύτηκε η απαλλαγή του κράτους από την ευθύνη να προσφέρει πλήρεις, δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες στο λαό, που τις έχει προπληρώσει μέσω άμεσης και έμμεσης φορολογίας.

Στην Ελλάδα έρχονται και «κουμπώνουν» σε ένα γενικότερο πλαίσιο όπου: Δημοτικές αρχές έχουν αποδεχτεί χρόνια τώρα περικοπή των πόρων που παίρνουν οι δήμοι από τον κρατικό προϋπολογισμό. Χαρατσώνουν λαϊκές οικογένειες και μικρομάγαζα με τέλη, φόρους, πρόστιμα. Πρωτοστατούν στην ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών. Απολύουν κατά χιλιάδες συμβασιούχους, και για να ψευτοκαλύψουν τα κενά με μικρότερο κόστος απευθύνονται στις ΚΟΙΝΣΕΠ, στην πράξη νοικιάζουν απ' αυτές φτηνό προσωπικό.
Ενταγμένες στο «Ευρώπη 2020»

Η Κομισιόν στον «Οδηγό» της για την «Κοινωνική Οικονομία και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα» κάνει ευθύς εξαρχής αναφορά στη διαβόητη στρατηγική της ΕΕ «Ευρώπη 2020» που υιοθέτησαν το 2012. Ως ένας από τους στόχους της ορίζεται ότι «το 75% του πληθυσμού μεταξύ 20-64 ετών πρέπει να έχει απασχόληση». Χαρακτηρίζει μάλιστα αρνητικό το γεγονός ότι «στην Ευρώπη απασχολείται μόνο το 46% των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας (55-64 ετών), ενώ στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία το αντίστοιχο ποσοστό υπερβαίνει το 62%». Ευρωενωσιακά μονοπώλια θέλουν δουλειά ως τα γεράματα στον ανταγωνισμό τους με αμερικάνικα και ασιατικά.

Παρουσιάζοντας τα πεδία δραστηριότητας των «κοινωνικών συνεταιρισμών» αναφέρει ότι «εμφανίζουν εξαιρετική ποικιλομορφία, ανάλογα με την ανάπτυξη του συστήματος πρόνοιας, της κοινωνίας των πολιτών, της κοινωνικής χρηματοπιστωτικής αγοράς και των συναφών δημόσιων πολιτικών κάθε χώρας». Φυτρώνουν όπου το δημόσιο αφήνει πεδία σε ιδιώτες να κερδοσκοπήσουν. Γι' αυτό μιλά για «απόσυρση του δημόσιου τομέα από την παροχή πολλών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος».

«Π.χ. στη Ρουμανία και την Ουγγαρία διαπιστώνεται σαφές προβάδισμα της δραστηριοποίησης των κοινωνικών επιχειρήσεων στους τομείς της υγείας, της κοινωνικής εργασίας και της εκπαίδευσης, ενώ σε χώρες όπως η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειοη εικόνα είναι πιο διαφοροποιημένη, μολονότι και εκεί είναι σημαντική η παρουσία κοινωνικών επιχειρήσεων που παρέχουν κοινοτικές, κοινωνικές και συναφείς υπηρεσίες. Σε άλλες χώρες (όπως, για παράδειγμα, η Ιταλία), τα δύο κυριότερα πεδία δραστηριότητας εντοπίζονται στην ένταξη σε εργασία και την παροχή υπηρεσιών πρόνοιας».

Αλλού η Κομισιόν αναφέρει ότι στη Βρετανία «οι συνεταιρισμοί εισέρχονται στο πεδίο της εκπαίδευσης, με σχεδόν 400 σχολεία να διευθύνονται ήδη με συνεταιριστική μορφή. Παρόμοιο φαινόμενο εκτυλίσσεται στη Σουηδία, αναφορικά με τις υπηρεσίες φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων, ενώ σε αρκετές άλλες χώρες οι οργανισμοί κοινωνικής οικονομίας αναλαμβάνουν την παροχή υπηρεσιών γενικού συμφέροντος που εκτείνονται από τις μεταφορές μέχρι την παροχή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές».
Εκμετάλλευση μεταναστών και ΑμεΑ

Εκτός της «Mondragon», η Κομισιόν διαφημίζει κι άλλους «κοινωνικούς συνεταιρισμούς» ως πρότυπα, δείχνοντας ξεκάθαρα τις μεθοδεύσεις και στοχεύσεις Βρυξελλών, κυβερνήσεων, μεγάλου κεφαλαίου. Για παράδειγμα:

Στην Πολωνία η «EKON Association» ιδρύθηκε «προκειμένου να βοηθήσει τους ανθρώπους που απειλούνταν με κοινωνικό αποκλεισμό, ιδίως ανθρώπους με προβλήματα ψυχικής υγείας. Η ΕΚΟΝ ωφελήθηκε από μια τροποποίηση του νόμου για την επαγγελματική και κοινωνική επανένταξη, η οποία έδινε σε επιχειρήσεις το δικαίωμα να λαμβάνουν επιδοτήσεις για την απασχόληση και την αμοιβή ατόμων με αναπηρία (...) Η υλοποίηση του πρώτου πιλοτικού προγράμματος της ΕΚΟΝ έγινε εφικτή χάρη σε επιδότηση του Περιφερειακού Ταμείου Προστασίας του Περιβάλλοντος και Διαχείρισης των Υδάτων στη Βαρσοβία. Το πρόγραμμα ξεκίνησε απασχολώντας 56 άτομα με αναπηρία, και ο αριθμός αυτός αυξήθηκε με την πάροδο των ετών. Το 2008 απασχολούνταν 879 άτομα, από τα οποία 469 με νοητική αναπηρία. Η ΕΚΟΝ αναλαμβάνει την αποκομιδή των απορριμμάτων από πολλά συγκροτήματα κατοικιών και δήμους, καθώς και πάνω από 31% των απορριμμάτων των υλικών συσκευασίας που ανακυκλώνονται στη Βαρσοβία (...) οι εν λόγω δραστηριότητες επιτυγχάνουν εξοικονόμηση δαπανών αναφορικά με την αποκομιδή και την αποθήκευση απορριμμάτων, αλλά και ελαττώνουν το κόστος της περιορισμένης νοσηλείας των ψυχικά ασθενών ατόμων που απασχολούνται σε αυτές».

Βάζοντας «βιτρίνα» ανθρώπους με προβλήματα (η περίθαλψη, φροντίδα, επαγγελματική αποκατάσταση των οποίων θα έπρεπε να είναι ευθύνη του κράτους) εισπράττουν επιδοτήσεις και κερδοσκοπούν πάνω στη χρυσοφόρα διαχείριση απορριμάτων.

Τέλος, παρουσιάζει τη γερμανική «Graefewirtschaft» ως «μια ένωση που στηρίζει την κοινωνική και εργασιακή ενσωμάτωση των μεταναστριών». «(...) διαθέτει εστιατόριο, το οποίο προσφέρει υγιεινό, οικονομικό και πολυπολιτισμικό μενού, παρέχει διαπολιτισμικές υπηρεσίες τροφοδοσίας εκδηλώσεων (...) και προσφέρει εργαστήρια ραπτικής και επαγγελματικής κατάρτισης (...) Η ένωση βασίζεται σε τρεις εθελόντριες και απασχολεί πέντε εργαζόμενες - μέλη, τρεις από τις οποίες με σύμβαση αορίστου χρόνου και δύο βάσει της επονομαζόμενης "μίνι εργασίας" (εργασία με μηνιαίες μεικτές αποδοχές μέχρι 450 ευρώ)».

Απλήρωτη ή χαμηλοαμειβόμενη εργασία από μετανάστριες ως προϋπόθεση και μέσο «ενσωμάτωσης» στη γερμανική κοινωνία. Εργασιακός μεσαίωνας!..



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.