Κανονική και αναρρωτική άδεια
Ορισμός κανονικής και αναρρωτικής άδειας από τον Υπαλληλικό κώδικα (Ν.3528/2007). Οι ίδιες διατάξεις ισχύουν και για τους υπαλλήλους των ΟΤΑ (Ν.3584/2007).
Άρθρο 48
Δικαίωμα κανονικής άδειας
1. Οι δημόσιοι υπάλληλοι δικαιούνται κανονική άδεια με αποδοχές δύο (2) μήνες μετά το διορισμό τους. Η άδεια που δικαιούνται να λάβουν οι υπάλληλοι ορίζεται σε δύο (2) ημέρες για κάθε μήνα υπηρεσίας και δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά τον αριθμό των ημερών κανονικής άδειας που δικαιούνται με τη συμπλήρωση ενός (1) έτους δημόσιας πραγματικής υπηρεσίας.
2. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, μετά τη συμπλήρωση ενός (1) έτους πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας, δικαιούνται κανονική άδεια απουσίας με αποδοχές, η διάρκεια της οποίας ορίζεται σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες αν ακολουθούν εβδομάδα πέντε (5) εργασίμων ημερών και είκοσι τέσσερις (24) εργάσιμες ημέρες αν ακολουθούν εβδομάδα έξι (6) εργασίμων ημερών. Ο χρόνος της κανονικής άδειας επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης και μέχρι τη συμπλήρωση του ανώτατου ορίου των είκοσι πέντε (25) ή τριάντα (30) εργασίμων ημερών προκειμένου για πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομάδα εργασίας, αντίστοιχα.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μπορεί να προσαυξάνεται ως τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες ο αριθμός των ημερών κανονικής άδειας των υπαλλήλων που υπηρετούν σε παραμεθόριες περιοχές.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται σε όσους έχουν κατά τις κείμενες διατάξεις διακοπές εργασίας. Οι υπάλληλοι αυτοί μπορούν, εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι ανάγκης, να παίρνουν κανονική άδεια με αποδοχές ως δέκα (10) εργάσιμες ημέρες κατ’ έτος.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προσαυξάνεται η κανονική άδεια των υπαλλήλων που απασχολούνται σε επικίνδυνες και ανθυγιεινές εργασίες. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται οι προϋποθέσεις και ο αριθμός των ημερών προσαύξησης της κανονικής άδειας.
Άρθρο 54
Δικαίωμα αναρρωτικής άδειας
1. Στον υπάλληλο που είναι ασθενής ή χρειάζεται να αναρρώσει, χορηγείται αναρρωτική άδεια με αποδοχές τόσων μηνών όσα είναι τα έτη της υπηρεσίας του, από την οποία αφαιρείται το σύνολο των αναρρωτικών αδειών που τυχόν έχει λάβει μέσα στην προηγούμενη πενταετία. Αναρρωτική άδεια χορηγούμενη χωρίς διακοπή δεν μπορεί να υπερβεί τους δώδεκα (12) μήνες. Χρόνος υπηρεσίας τουλάχιστον έξι (6) μηνών θεωρείται ως πλήρες έτος.
2. Στην αναρρωτική άδεια συνυπολογίζονται και οι ημέρες απουσίας λόγω ασθενείας που προηγήθηκαν της άδειας.
3. Στον υπάλληλο που πάσχει από δυσίατο νόσημα, χορηγείται αναρρωτική άδεια, της οποίας η διάρκεια είναι διπλάσια από τη διάρκεια των αδειών των προηγούμενων παραγράφων.
4. Τα δυσίατα νοσήματα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας.
Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να παίρνουν ως δέκα (10) εργάσιμες ημέρες κανονική άδεια με αποδοχές κατ’ έτος, εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι ανάγκης. Η άδεια χορηγείται ανεξάρτητα από το χρόνο προϋπηρεσίας του εκπαιδευτικού.
Διευκρινίσεις από το Υπ. Εσωτερικών για την κανονική
Αριθμ. Πρωτ.: ΔΙΔΑΔ/Φ.51/ 590 /οικ. 14346 29-5-2008
Ύστερα από ερωτήματα υπηρεσιών σχετικά με τη χορήγηση των αδειών που προβλέπονται στον Υπαλληλικό Κώδικα (ΥΚ) που έχει κυρωθεί με το N. 3528/2007, καθώς και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΚΚΔΚΥ) που έχει κυρωθεί με το N. 3584/2007 και σε συνέχεια της υπ΄ αρ. ΔΙΔΑΔ/Φ.51/538/12254/14-5-2007 εγκυκλίου της υπηρεσίας μας, σας επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Χορήγηση κανονικής άδειας.
Η κανονική άδεια αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα, η άσκηση του οποίου διασφαλίζει μεταξύ άλλων και την εν γένει απόδοση και παραγωγικότητα του υπαλλήλου. Γι’ αυτό άλλωστε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49 του ΥΚ και του άρθρου 56 του ΚΚΔΚΥ η εν λόγω άδεια χορηγείται υποχρεωτικά στον υπάλληλο μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, έστω και αν δεν τη ζητήσει.
Σημειώνεται ότι για τη χορήγηση της κανονικής άδειας είναι αναγκαία η παροχή εργασίας και ως εκ τούτου ο υπάλληλος που δεν εργάστηκε καθόλου επειδή απουσίαζε από την υπηρεσία του καθ’ όλο το έτος για διάφορους λόγους (π.χ. λόγω της διαδοχικής χρήσης άλλων αδειών όπως της εκπαιδευτικής, της αναρρωτικής, της άδειας κύησης, λοχείας και ανατροφής τέκνου ή λόγω της θέσης σε αργία και διαθεσιμότητα, κλπ) δεν θεμελιώνει δικαίωμα λήψης της κανονικής άδειας για το έτος αυτό.
Εάν ωστόσο ο υπάλληλος επανέρχεται στην υπηρεσία μετά από πολύμηνη απουσία λόγω χρήσης άλλων αδειών εντός του ημερολογιακού έτους, ο υπάλληλος δικαιούται κανονικής αδείας για το έτος αυτό υπό την προϋπόθεση το υπολειπόμενο μέχρι τη λήξη του ημερολογιακού έτους διάστημα να επιτρέπει τη χορήγηση της άδειας, άλλως η άδεια περιορίζεται σε τόσες ημέρες όσες οι εργάσιμες ημέρες που μεσολαβούν από την επάνοδο του υπαλλήλου μέχρι τη 31η Δεκεμβρίου του έτους αναφοράς. Σημειώνεται ότι στην περίπτωση αυτή ο υπάλληλος θα πρέπει να υποβάλει σχετική αίτηση χορήγησης της άδειας, όποτε η υπηρεσία αφού εκτιμήσει και τις υπηρεσιακές ανάγκες αποφασίζει για τη χορήγηση ή μη της άδειας. Εξυπακούεται ότι η μη χορήγηση της αιτούμενης άδειας συνεπάγεται τη μεταφορά της στο επόμενο έτος.
Επισημαίνεται επίσης ότι στην περίπτωση θεμελίωσης δικαιώματος κανονικής άδειας, αυτό πρέπει να εξαντλείται μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος, καθότι σύμφωνα με τη ρητή πρόβλεψη των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 49 του ΥΚ, καθώς και των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 56 του ΚΚΔΚΥ δεν επιτρέπεται η μεταφορά κανονικής άδειας στο επόμενο έτος παρά μόνο αν αυτή ανακληθεί, περιοριστεί ή δεν χορηγηθεί λόγω έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών.
Τέλος, προκειμένου για νεοδιόριστους υπαλλήλους, οι προσαυξήσεις της κανονικής άδειας που προβλέπονται στο άρθρο 48 του ΥΚ και στο άρθρο 55 του ΚΚΔΚΥ μπορούν να χορηγηθούν οποτεδήποτε μετά τη συμπλήρωση του διμήνου πραγματικής υπηρεσίας και μέχρι το τέλος του ημερολογιακού έτους.
Αναγνώριση προϋπηρεσίας για θεμελίωση δικαιώματος λήψης κανονικής άδειας.
Η αναγνώριση συνεχόμενης ή τμηματικής προϋπηρεσίας, στον ίδιο ή άλλο φορέα του δημοσίου, νπδδ ή σε ΟΤΑ, ως χρόνου πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 98 του ΥΚ και στο άρθρο 102 του ΚΚΔΚΥ, λαμβάνεται υπόψη προκειμένου ο νεοδιορισθείς υπάλληλος να θεμελιώσει δικαίωμα λήψης κανονικής άδειας υπό την προϋπόθεση ότι δεν του έχει χορηγηθεί από τον προηγούμενο φορέα του δημοσίου, νπδδ ή ΟΤΑ, κανονική άδεια ή δεν καταβλήθηκε αποζημίωση για τη μη ληφθείσα άδεια για το ίδιο ημερολογιακό έτος.
Η κατά τα ανωτέρω αναγνώριση προϋπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη τόσο για τη συμπλήρωση του διαστήματος των δύο (2) μηνών που θέτει το άρθρο 48 του ΥΚ και το άρθρο 55 του ΚΚΔΚΥ, όσο και για την προσαύξηση των ημερών κανονικής άδειας.
Οι δικαιούμενες ημέρες άδειας υπολογίζονται με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας (πριν και μετά το νέο διορισμό) και σύμφωνα με τα όσα ρητά προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 48 του ΥΚ και στην παράγραφο 2 του άρθρου 55 του ΚΚΔΚΥ, αφαιρουμένων πάντοτε των ημερών αδείας που έχουν ήδη χορηγηθεί (ή αποζημιωθεί) από τον προηγούμενο φορέα του δημοσίου κατά το ίδιο ημερολογιακό έτος.
Ασθένεια υπαλλήλου κατά τη διάρκεια κανονικής άδειας
Στην περίπτωση που ο υπάλληλος ασθενήσει κατά τη διάρκεια της κανονικής του άδειας, υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα την υπηρεσία του και για τη χορήγηση της αναρρωτικής άδειας εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 56 του ΥΚ και του άρθρου 63 του ΚΚΔΚΥ. Η χορήγηση αναρρωτικής άδειας διακόπτει, όπως είναι αυτονόητο, την διανυόμενη ως τότε κανονική άδεια. Μετά την εξάντληση της αναρρωτικής άδειας, ο υπάλληλος επιστρέφει στην υπηρεσία του και δεν συνεχίζεται η διακοπείσα κανονική άδεια για το υπόλοιπο διάστημα. Η άδεια αυτή χορηγείται ύστερα από νέα αίτηση του υπαλλήλου.
Διευκρινίσεις από το Υπ. Εσωτερικών για την αναρρωτική
Αριθμ. Πρωτ.: ΔΙΔΑΔ/Φ.51/ 590 /οικ. 14346 29-5-2008
Η αναγνώριση συνεχόμενης ή τμηματικής προϋπηρεσίας, στον ίδιο ή άλλο φορέα του δημοσίου, νπδδ ή σε ΟΤΑ, ως χρόνου πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 98 του ΥΚ και στο άρθρο 102 του ΚΚΔΚΥ, κατοχυρώνει δικαίωμα λήψης αναρρωτικής άδειας αμέσως μετά το διορισμό, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η προϋπηρεσία του υπαλλήλου υπερβαίνει το εξάμηνο.
Η διάρκεια της δικαιούμενης αναρρωτικής άδειας υπολογίζεται με βάση το σύνολο του χρόνου προϋπηρεσίας, αφαιρουμένων πάντοτε των ημερών αναρρωτικής άδειας που έχουν ήδη χορηγηθεί τόσο από την υπηρεσία του υπαλλήλου, όσο και από τον προηγούμενο φορέα του δημοσίου στην τελευταία πενταετία.
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 61 παρ. 2 του ΚΚΔΚΥ, σε περίπτωση ατυχήματος κατά την εκτέλεση και εξαιτίας της υπηρεσίας καθώς και λόγω επαγγελματικής ασθένειας, το προσωπικό που απασχολείται στους χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ), στους σταθμούς μεταφόρτωσης απορριμμάτων, σε εργοστάσια μηχανικής ανακύκλωσης στις υπηρεσίες καθαριότητας, στους χώρους νεκροταφείων, στην αποχέτευση καθώς και στα συνεργεία συντήρησης απορριμματοφόρων οχημάτων, δικαιούται αναρρωτική άδεια με αποδοχές ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας.
Λήψη βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών πριν τη συμπλήρωση εξαμήνου
Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του Ν. 3731/2008 (ΦΕΚ 263/Α/2008) ορίζεται ότι υπάλληλος που δεν έχει συμπληρώσει έξι (6) μήνες υπηρεσία δικαιούται τις βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 55 του Ν. 3528/2007.
Άρθρο 55
2. Βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες χορηγούνται:
α) με υπεύθυνη δήλωση του υπαλλήλου ή γνωμάτευση θεράποντος ιατρού έως δύο (2) ημέρες κάθε φορά και όχι περισσότερες από τέσσερις (4) ημέρες κατ’ έτος,
β) με γνωμάτευση του θεράποντα ιατρού έως τρεις (3) ημέρες κάθε φορά και όχι περισσότερες από έξι (6) κατ’έτος,
γ) με γνωμάτευση του διευθυντή κλινικής δημόσιου νοσοκομείου έως πέντε (5) ημέρες κάθε φορά και όχι πέραν των δέκα (10) ημερών κατ’ έτος.
Η υιοθέτηση της παρούσας ρύθμισης κρίθηκε απαραίτητη προκειμένου να δικαιολογείται η απουσία ασθενούντων υπαλλήλων οι οποίοι με τις διατάξεις του ΥΚ δεν είχαν δικαίωμα λήψης αναρρωτικής άδειας με αποδοχές, εφόσον ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας τους ήταν μικρότερος των έξι (6) μηνών.
Εφόσον οι ανωτέρω άδειες εξαντληθούν πριν από τη συμπλήρωση 6μηνης συνολικής υπηρεσίας, ο υπάλληλος, σε περίπτωση ασθένειας, λαμβάνει άδεια άνευ αποδοχών σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ 1 του άρθρου 51 του ΥΚ.
Σημειώνεται ότι η ανωτέρω διάταξη εφαρμόζεται και προκειμένου για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α α’ και β΄ βαθμού.
Άδειες υπαλλήλων σε Παιδικούς και Βρεφονηπιακούς σταθμούς
Οι Παιδικοί και Βρεφονηπιακοί Σταθμοί έχουν διακοπές εργασίας κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων (από την 24η Δεκεμβρίου μέχρι και την 5η Ιανουαρίου), του Πάσχα (από τη Μεγάλη Πέμπτη μέχρι και την Κυριακή του Θωμά) και του Αυγούστου, σύμφωνα με τον πρότυπο κανονισμό λειτουργίας τους (αρ. 16065/17-4-2002 ΚΥΑ, ΦΕΚ 497/Α 722-4-2002).
Επομένως, το προσωπικό όλων των ειδικοτήτων που υπηρετεί σε Παιδικούς Σταθμούς που έχουν διακοπές εργασίας δεν δικαιούται την κανονική άδεια της παρ.2 του άρθρου 48 του Ν. 3528/2007, αλλά εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι ανάγκης, μπορεί να τους χορηγηθεί άδεια δέκα (10) εργάσιμων ημερών κατ'έτος.
Οι σοβαροί λόγοι ανάγκης κρίνονται από το αρμόδιο όργανο που στην περίπτωση των Ν.Π.Δ.Δ. είναι ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου.
Σοβαροί λόγοι ανάγκης ενδεικτικά μπορεί να θεωρηθούν η εισαγωγή σε νοσοκομείο του συζύγου, των τέκνων ή γονέων του υπαλλήλου, κλπ.
Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν για το μόνιμο και για το ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου προσωπικό.
Άδειες μητρότητας / πατρότητας
Στο Ν.3528/2007 (Υπαλληλικός) ορίζονται οι άδειες μητρότητας , ανατροφής τέκων και ειδικές άδειες διεκολύνσεων. Τα ίδια πράγματα ορίζονται και στο Ν.3584/2007 για τους δημοτικούς υπαλλήλους.
Άρθρο 52
Άδειες μητρότητας
1. Στις υπαλλήλους οι οποίες κυοφορούν, χορηγείται άδεια μητρότητας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) μήνες πριν και τρεις (3) μήνες μετά τον τοκετό. Σε περίπτωση απόκτησης τέκνου πέραν του 3ου, η μετά τον τοκετό άδεια προσαυξάνεται κάθε φορά κατά δύο (2) μήνες. Η άδεια λόγω κυοφορίας χορηγείται ύστερα από βεβαίωση του θεράποντος ιατρού για τον πιθανολογούμενο χρόνο τοκετού.
2. Όταν ο τοκετός πραγματοποιείται σε χρόνο μεταγενέστερο από αυτόν που είχε πιθανολογηθεί αρχικά, η άδεια που είχε χορηγηθεί, παρατείνεται μέχρι την πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς αυτή η παράταση να συνεπάγεται αντίστοιχη μείωση του χρόνου της άδειας που χορηγείται μετά τον τοκετό. Όταν ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθεί, το υπόλοιπο της
άδειας χορηγείται μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλιστεί συνολικός χρόνος άδειας πέντε (5) μηνών.
3. Σε κυοφορούσες υπαλλήλους που έχουν ανάγκη ειδικής θεραπείας, μετά την εξάντληση της αναρρωτικής άδειας με αποδοχές, χορηγείται κανονική άδεια κυοφορίας με αποδοχές, μετά από βεβαίωση θεράποντος ιατρού και διευθυντή γυναικολογικής ή μαιευτικής κλινικής ή τμήματος δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος.
4. Στις υπαλλήλους που υιοθετούν τέκνο, χορηγείται άδεια τριών (3) μηνών με πλήρεις αποδοχές εντός του πρώτου εξαμήνου μετά την περαίωση της διαδικασίας της υιοθεσίας, εφόσον το υιοθετημένο τέκνο είναι ηλικίας έως έξι (6) ετών. Ένας μήνας από την άδεια αυτή μπορεί να καλύπτει απουσία της υπαλλήλου κατά το προ της υιοθεσίας διάστημα.
5. Επιδόματα λόγω τοκετού, που καταβλήθηκαν στην υπάλληλο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου λόγω υποχρεωτικής ασφάλισης σε ασφαλιστικούς οργανισμούς, εκπίπτουν από τις αποδοχές που καταβάλλονται κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας, εφόσον η ασφάλιση θεμελιώνεται και σε συνεισφορά του νομικού προσώπου.
Άρθρο 53
Διευκολύνσεις υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις
1. Η προβλεπόμενη από την παρ. 2 του άρθρου 51 του παρόντος άδεια ( άνευ αποδοχών) χορηγείται υποχρεωτικά, χωρίς γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου, όταν πρόκειται για ανατροφή παιδιού ηλικίας έως και έξι (6) ετών. Διάστημα τριών (3) μηνών της άδειας αυτής χορηγείται με πλήρεις αποδοχές στην περίπτωση γέννησης τρίτου (3ου) παιδιού και άνω.
2. Ο χρόνος εργασίας του γονέα υπαλλήλου μειώνεται κατά δύο (2) ώρες ημερησίως εφόσον έχει τέκνα ηλικίας έως δύο (2) ετών και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχει τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών.
Ο γονέας υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του κατά το προηγούμενο εδάφιο μειωμένου ωραρίου. Για το γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος ή έχει αναπηρία 67% και άνω, το κατά μία ώρα μειωμένο ωράριο του πρώτου εδαφίου ή η άδεια του προηγούμενου εδαφίου προσαυξάνονται κατά έξι (6) μήνες ή ένα (1) μήνα αντίστοιχα.
Στην περίπτωση γέννησης 4ου τέκνου, το μειωμένο ωράριο εργασίας παρατείνεται για δύο (2) ακόμα έτη.
3. Αν και οι δύο γονείς είναι υπάλληλοι, με κοινή τους δήλωση που κατατίθεται στις υπηρεσίες τους καθορίζεται ποιος από τους δύο θα κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας ανατροφής, εκτός αν με την ανωτέρω κοινή τους δήλωση καθορίσουν χρονικά διαστήματα που ο καθένας θα κάνει χρήση, αλλά πάντοτε διαδοχικώς και μέσα στα χρονικά όρια της προηγούμενης παραγράφου. Αν η σύζυγος του υπαλλήλου ή ο σύζυγος της υπαλλήλου εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον δικαιούται όμοιων ολικώς ή μερικώς διευκολύνσεων, ο σύζυγος ή η σύζυγος υπάλληλος δικαιούται να κάνει χρήση των διευκολύνσεων της παραγράφου 2 κατά το μέρος που η σύζυγος αυτού ή ο σύζυγος αυτής δεν κάνει χρήση των δικών της ή των δικών του δικαιωμάτων ή κατά το μέρος που αυτά υπολείπονται των διευκολύνσεων της παραγράφου 2.
Αν η σύζυγος του υπαλλήλου δεν εργάζεται ή δεν ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα, ο σύζυγος δεν δικαιούται να κάνει χρήση των διευκολύνσεων της παραγράφου 2, εκτός αν λόγω σοβαρής πάθησης ή βλάβης κριθεί ανίκανη να αντιμετωπίζει τις ανάγκες ανατροφής του παιδιού, σύμφωνα με βεβαίωση της Δευτεροβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται ο υπάλληλος.
4. Όταν ο ένας γονέας λάβει την άδεια της παρ. 1 του παρόντος, ο άλλος δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση των διευκολύνσεων της παρ. 2 του άρθρου αυτού για το ίδιο διάστημα.
5. Σε περίπτωση διάστασης, διαζυγίου, χηρείας ή γέννησης τέκνου χωρίς γάμο των γονέων του, την άδεια της παρ. 1 και τις διευκολύνσεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου δικαιούται ο γονέας που ασκεί την επιμέλεια.
6. Οι υπηρεσίες υποχρεούνται να διευκολύνουν τους υπαλλήλους που έχουν τέκνα τα οποία παρακολουθούν μαθήματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για να επισκέπτονται το σχολείο των παιδιών τους, με σκοπό την παρακολούθηση της σχολικής τους επίδοσης.
7. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου και καθορίζεται το ανώτατο όριο ημερών απουσίας.
Διευκρινίσεις από το Υπ. Εσωτερικών για την άδεια ανατροφής τέκνων
Αριθμ. Πρωτ.: ΔΙΔΑΔ/Φ.51/ 590 /οικ. 14346 29-5-2008
Χορήγηση της τρίμηνης άδειας με αποδοχές για ανατροφή τρίτου τέκνου και άνω.
Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 53 του ΥΚ, καθώς και την παράγραφο 1 του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ, η προβλεπόμενη άδεια χωρίς αποδοχές συνολικής διάρκειας δύο (2) ετών χορηγείται υποχρεωτικά, χωρίς γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, όταν πρόκειται για ανατροφή παιδιού ηλικίας έως και έξι ετών. Διάστημα τριών μηνών της άδειας αυτής χορηγείται πλέον με πλήρεις αποδοχές στην περίπτωση γέννησης τρίτου παιδιού και άνω.
Σημειώνεται ότι η άδεια αυτή (συμπεριλαμβανομένου και του τριμήνου με πλήρεις αποδοχές) χορηγείται άπαξ στη σταδιοδρομία του υπαλλήλου και όχι για κάθε τέκνο ξεχωριστά. Το τρίμηνο με πλήρεις αποδοχές δεν δύναται να το λάβει ο υπάλληλος που ήδη έχει εξαντλήσει το σύνολο της 24μηνης άδειας άνευ αποδοχών σε προγενέστερο χρόνο.
Επισημαίνεται ότι το σύνολο της εν λόγω άδειας άνευ αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων πλέον και των τριών μηνών με πλήρεις αποδοχές, δύναται να χορηγηθεί τόσο συνεχόμενα όσο και τμηματικά.
Ωστόσο, στην περίπτωση της τμηματικής χορήγησης και προκειμένου να αποτραπούν τυχόν καταχρηστικές συμπεριφορές, καθώς και να διασφαλιστεί ο σκοπός για τον οποίο θεσπίστηκε η εν λόγω άδεια, που δεν είναι άλλος από την αποτελεσματική ανατροφή του τέκνου, η συγκεκριμένη άδεια δεν θα πρέπει να χορηγείται για διάστημα μικρότερο του ενός μηνός.
Εάν και οι δύο γονείς είναι υπάλληλοι, στην περίπτωση γέννησης τρίτου τέκνου και άνω, οι τρεις μήνες με πλήρεις αποδοχές, χορηγούνται εναλλακτικά είτε μόνο στον ένα γονέα υπάλληλο, ή και στους δύο από κοινού με κατανομή του τριμήνου μεταξύ τους βάσει κοινής δήλωσης που καταθέτουν στην υπηρεσία τους, ποτέ όμως ταυτόχρονα για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Σημειώνεται ότι οι ανωτέρω τρεις μήνες με αποδοχές αποτελούν χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας για όλα τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης, σε αντίθεση με τους λοιπούς μήνες της 24μηνης άδειας που είναι άνευ αποδοχών.
Χορήγηση διευκολύνσεων ανατροφής τέκνου σε νεοδιόριστο υπάλληλο και σε υπάλληλο που υιοθετεί τέκνο.
Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 53 του ΥΚ και την παράγραφο 2 του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ ο χρόνος εργασίας του γονέα υπαλλήλου μειώνεται κατά δύο (2) ώρες ημερησίως εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας έως δύο (2) ετών και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών. Ο γονέας υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες συνεχόμενη άδεια με αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του κατά το προηγούμενο εδάφιο μειωμένου ωραρίου.
Σημειώνεται ότι ειδικά ο νεοδιοριζόμενος υπάλληλος που κατά το διορισμό του έχει τέκνο ηλικίας κάτω των τεσσάρων (4) ετών δικαιούται να λάβει συνεχόμενη άδεια ανατροφής τέκνου τόσης διάρκειας όσο είναι, με βάση το ισχύον μειωμένο ωράριο, το άθροισμα των ωρών οι οποίες απομένουν από την ημερομηνία του διορισμού του μέχρι τη συμπλήρωση του 4ου έτους της ηλικίας του τέκνου του, πέραν του οποίου η συνέχιση της άδειας δεν είναι επιτρεπτή.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο υπολογίζεται και η διάρκεια της συνεχόμενης άδειας ανατροφής που δύναται να λάβει ο εν ενεργεία υπάλληλος, ο οποίος υιοθετεί τέκνο ηλικίας κάτω των τεσσάρων (4) ετών (σχετική η υπ’ αρ. 64/2008 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών).
Αθροιστική χορήγηση διευκολύνσεων ανατροφής (9μήνου ή μειωμένου ωραρίου) σε περίπτωση γέννησης νέου τέκνου.
Ο γονέας υπάλληλος που λαμβάνει ήδη τη διευκόλυνση του μειωμένου ωραρίου ή της εννεάμηνης άδειας ανατροφής τέκνου, και πριν την εξάντλησή τους αποκτά νέο τέκνο, δικαιούται να λάβει το υπόλοιπο των διευκολύνσεων για το πρώτο τέκνο αργότερα, αθροιστικά με τις διευκολύνσεις που αντιστοιχούν στο νέο τέκνο (σχετική η υπ’ αρ. 64/2008 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών).
Επισημαίνεται ότι, οι υπάλληλοι που δεν έλαβαν το υπόλοιπο των διευκολύνσεων ανατροφής για το πρώτο τέκνο λόγω απόκτησης νέου τέκνου, μπορούν να κάνουν τώρα χρήση του υπολοίπου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι, το πρώτο τέκνο δεν έχει συμπληρώσει το τέταρτο (4ο) έτος της ηλικίας του.
Ο σύζυγος της υπαλλήλου δεν μπορεί να κάνει χρήση των σχετικών διευκολύνσεων είτε για το πρώτο είτε για το δεύτερο τέκνο ταυτόχρονα με τη σύζυγο δημόσιο υπάλληλο.
Χορήγηση διευκολύνσεων ανατροφής τέκνου σε πατέρα υπάλληλο του οποίου η σύζυγος εργάζεται.
Με την παράγραφο 3 του άρθρου 53 του ΥΚ, καθώς και την παράγραφο 3 του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ προβλέπεται ότι, αν η σύζυγος του υπαλλήλου ή ο σύζυγος της υπαλλήλου εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον δικαιούται όμοιων ολικώς ή μερικώς διευκολύνσεων, ο σύζυγος ή η σύζυγος υπάλληλος δικαιούται να κάνει χρήση της διευκόλυνσης του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας ανατροφής κατά το μέρος που η σύζυγος αυτού ή ο σύζυγος αυτής δεν κάνει χρήση των δικών της ή των δικών του δικαιωμάτων ή κατά το μέρος που αυτά υπολείπονται των προβλεπόμενων από τον ΥΚ ή τον ΚΚΔΚΥ διευκολύνσεων.
Ως εργασία στον ιδιωτικό τομέα για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων νοείται η εξαρτημένη μισθωτή εργασία, η άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, συμπεριλαμβανομένου και του αγροτικού επαγγέλματος, καθώς και η άσκηση ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας (ατομική επιχείρηση).
Για τη διαπίστωση της δραστηριότητας είναι απαραίτητη η προσκόμιση σχετικής βεβαίωσης από την οικεία Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία ή το οικείο Επιμελητήριο.
Εάν, σύζυγος του υπαλλήλου απασχολείται με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή με ανάθεση έργου σε φορέα του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, ο υπάλληλος δύναται να κάνει χρήση των διευκολύνσεων μόνο για το χρονικό διάστημα που διαρκεί η σύμβαση της συζύγου.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου 3 της παρ. 3 του άρθρου 53 του ΥΚ και του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ, αν η σύζυγος του υπαλλήλου δεν εργάζεται ή δεν ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα, ο σύζυγος δεν δικαιούται να κάνει χρήση των διευκολύνσεων της παρ. 2 του ίδιου άρθρου.
Εκ των ανωτέρω προκύπτει εξ αντιδιαστολής ότι τις ανωτέρω διευκολύνσεις δικαιούται η μητέρα υπάλληλος ανεξαρτήτως από το εάν εργάζεται ή όχι ο σύζυγός της.
Μετατροπή διευκολύνσεων ανατροφής τέκνου.
Ο γονέας υπάλληλος που δικαιούται τη διευκόλυνση ανατροφής παιδιού μπορεί, καταρχήν, με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτός εκτιμά, να επιλέξει ένα από τα δύο ευεργετήματα, δηλαδή του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας των εννέα μηνών. Κατ΄ εξαίρεση και για πολύ σοβαρούς λόγους επιτρέπεται για μία μόνο φορά η αλλαγή στην πρώτη προτίμηση (σχετική η υπ’ αρ. 50/2001 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών).
Προκειμένου δε να επιτευχθεί η ορθολογική μετατροπή του μειωμένου ωραρίου σε συνεχόμενη άδεια και αντιστρόφως, όταν και εφόσον το επιθυμεί ο δικαιούχος υπάλληλος, γίνεται με βάση το γεγονός ότι η άδεια των εννέα μηνών ισοδυναμεί με το συνολικό μειωμένο ωράριο που δύναται να έχει ο γονέας υπάλληλος κατά τα τέσσερα πρώτα έτη της ζωής του τέκνου του.
Ειδικά για την μετατροπή του μειωμένου ωραρίου σε συνεχόμενη άδεια δύναται να χρησιμοποιηθεί ο ακόλουθος μαθηματικός τύπος:
9 μήνες χ (1452 ώρες* - Χ ώρες**) / 1452
* 1452 ώρες: ο αριθμός των ωρών που αντιστοιχεί στο σύνολο του μειωμένου ωραρίου από την λήξη της λοχείας έως το τέκνο να γίνει τεσσάρων (4) ετών.
** X ώρες: ο αριθμός των ωρών του μειωμένου ωραρίου που διανύθηκε από τη λήξη της λοχείας (3μήνο) έως την ημέρα της αίτησης για τη χορήγηση της συνεχόμενης άδειας, οι οποίες θα μετρηθούν αρχικώς σε εργάσιμες ημέρες (22 εργάσιμες ημέρες ανά μήνα) και κατόπιν θα μετατραπούν σε ώρες πολλαπλασιαζόμενες αναλόγως είτε με το 2 είτε με το 1 (διότι 1 ή 2 ώρες είναι το ημερήσιο μειωμένο ωράριο ανάλογα με την ηλικία του τέκνου).
Στην περίπτωση γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος ή έχει αναπηρία 67% και άνω, το μειωμένο ωράριο ή η άδεια των εννέα (9) μηνών προσαυξάνεται κατά έξι (6) μήνες ή ένα (1) μήνα αντίστοιχα. Για την κατά τα ανωτέρω μετατροπή του μειωμένου ωραρίου σε συνεχόμενη άδεια δύναται να χρησιμοποιηθεί ο ακόλουθος μαθηματικός τύπος:
10 μήνες χ (1584 ώρες* - Χ ώρες**) / 1584
* 1584 ώρες: ο αριθμός των ωρών που αντιστοιχεί στο σύνολο του μειωμένου ωραρίου από την λήξη της λοχείας έως το τέκνο να γίνει τεσσάρων (4) ετών και έξι μηνών.
** X ώρες: ο αριθμός των ωρών του μειωμένου ωραρίου που διανύθηκε από τη λήξη της λοχείας (3μήνο) έως την ημέρα της αίτησης για τη χορήγηση της συνεχόμενης άδειας, οι οποίες θα μετρηθούν αρχικώς σε εργάσιμες ημέρες (22 εργάσιμες ημέρες ανά μήνα) και κατόπιν θα μετατραπούν σε ώρες πολλαπλασιαζόμενες αναλόγως είτε με το 2 είτε με το 1 (διότι 1 ή 2 ώρες είναι το ημερήσιο μειωμένο ωράριο ανάλογα με την ηλικία του τέκνου).
Αντίστοιχα, για τη μετατροπή του εννιαμήνου σε μειωμένο ωράριο δύναται να ακολουθηθεί ο παρακάτω τρόπος υπολογισμού:
Αφαιρούμε το χρόνο της αδείας που έχει ήδη διανυθεί από το 9μηνο (ή το 10μηνο για γονέα που είναι άγαμος, χήρος, διαζευγμένος ή έχει αναπηρία 67% και άνω) . Το υπόλοιπο το μετατρέπουμε σε εργάσιμες ημέρες πολλαπλασιάζοντας με το 22 (κάθε εργάσιμος μήνας έχει 22 εργάσιμες ημέρες). Στη συνέχεια τις εργάσιμες ημέρες τις μετατρέπουμε σε εργάσιμες ώρες πολλαπλασιάζοντας με 7,5 (7,5 είναι οι ημερήσιες εργάσιμες ώρες). Εάν ο υπάλληλος έχει διαφορετικό ημερήσιο ωράριο πολλαπλασιάζουμε με αυτό. Το σύνολο των ωρών που διαπιστώνεται με τον ανωτέρω τρόπο δύναται να ληφθεί ως μειωμένο ωράριο κατά 1 ή 2 ώρες ημερησίως.
Σε καμία περίπτωση η λήψη του μειωμένου ωραρίου δεν μπορεί να συνεχιστεί μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας των τεσσάρων ετών, με εξαίρεση την περίπτωση γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος, οπότε η λήψη του μειωμένου ωραρίου μπορεί να συνεχιστεί ακόμη έξι μήνες.
Σημειώνεται ότι δεν είναι δυνατή η τμηματική χορήγηση του εννιαμήνου, το οποίο και πρέπει να εξαντλείται στο σύνολό του καθώς λαμβάνεται για συνεχές χρονικό διάστημα. Κατ΄ εξαίρεση είναι δυνατή η διακοπή του εννιαμήνου προκείμενου ο υπάλληλος να παρακολουθήσει το σεμινάριο της υποχρεωτικής εισαγωγικής εκπαίδευσης.
Επισημαίνεται ότι, οδηγίες για τη χορήγηση διευκολύνσεων ανατροφής σε εκπαιδευτικούς έχουν ήδη δοθεί με σχετικές εγκυκλίους του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (35758/Δ2/29-3-2007 και 74275/Δ2/10-7-2007).
Επίσης, σύμφωνα με την υπ΄ αρ. 427/2007 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, οι διατάξεις των άρθρων 52 και 53 του Υπαλληλικού Κώδικα τυγχάνουν εφαρμογής και στους δικαστικούς υπαλλήλους.
Χορήγηση της άδειας κύησης και λοχείας στην περίπτωση θανάτου του νεογνού.
Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 52 του ΥΚ και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 59 του ΚΚΔΚΥ, στις γυναίκες υπαλλήλους που κυοφορούν χορηγείται άδεια μητρότητας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) μήνες πριν (άδεια κύησης) και τρεις (3) μήνες μετά (άδεια λοχείας) τον τοκετό. Η άδεια λόγω κυοφορίας χορηγείται ύστερα από βεβαίωση του θεράποντα γιατρού για τον πιθανολογούμενο χρόνο τοκετού.
Όταν ο τοκετός πραγματοποιείται σε χρόνο μεταγενέστερο από αυτόν που είχε πιθανολογηθεί αρχικά, η άδεια που είχε χορηγηθεί, παρατείνεται μέχρι την πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς αυτή η παράταση να συνεπάγεται αντίστοιχη μείωση του χρόνου της άδειας λοχείας που χορηγείται μετά τον τοκετό. Όταν ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθεί, το υπόλοιπο της άδειας χορηγείται μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλιστεί συνολικός χρόνος άδειας πέντε (5) μηνών.
Συνεπώς, η άδεια κύησης χορηγείται εφόσον προσδιοριστεί η πιθανή ημερομηνία τοκετού, ενώ για τη χορήγηση της άδειας λοχείας η μόνη προϋπόθεση που τίθεται είναι η ύπαρξη τοκετού ανεξαρτήτως της επιβίωσης ή μη του νεογνού.
Όπως είναι αποδεκτό από την ιατρική επιστήμη η διακοπή της κύησης μέχρι την 24η εβδομάδα θεωρείται αυτόματη ή τεχνητή έκτρωση. Αντίστοιχα, μετά την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης θεωρείται πρώιμος ή πρόωρος τοκετός είτε το νεογνό είναι ζωντανό είτε όχι.
Μάλιστα η περίοδος λοχείας μετά τον πρόωρο ή πρώιμο τοκετό δεν διαφέρει από την αντίστοιχη περίοδο λοχείας που ακολουθεί την τελειόμηνη κύηση και τον φυσιολογικό τοκετό. Σημειώνεται επίσης ότι η απώλεια του νεογνού προκαλεί έντονη συναισθηματική και αγχωτική διαταραχή με σημαντικές ψυχικές και σωματικές επιπτώσεις στην υγεία της μητέρας υπαλλήλου.
Βάσει των ανωτέρω, σε περίπτωση απώλειας του εμβρύου μέχρι την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης πρέπει να χορηγείται στην γυναίκα υπάλληλο αναρρωτική άδεια σύμφωνα με τη σύσταση του θεράποντος ιατρού και τη διαδικασία που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις του ΥΚ και του ΚΚΔΚΥ.
Σε περίπτωση πρώιμου ή πρόωρου τοκετού που πραγματοποιείται μετά την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης και πριν την έναρξη της άδειας κύησης πρέπει να χορηγείται η τρίμηνη άδεια λοχείας ανεξάρτητα από την έκβαση του εμβρύου.
Τέλος, η απώλεια του νεογνού που πραγματοποιείται μετά την έναρξη της άδειας μητρότητας (κύησης και λοχείας) δεν επηρεάζει τη συνολική πεντάμηνη διάρκεια αυτής.
Εγκύκλιος του Υπ. Εσωτερικών για άδεια κυοφορίας
Εγκύκλιο που αφορά στη χορήγηση της άδειας κυοφορίας απέστειλε το Υπουργείο Εσωτερικών σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας. Ολόκληρη η εγκύκλιος έχει ως εξής:
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 59 του Ν. 3584/07 σε κυοφορούσες υπαλλήλους που έχουν ανάγκη ειδικής θεραπείας, μετά την εξάντληση της αναρρωτικής άδειας με αποδοχές, χορηγείται κανονική άδεια κυοφορίας με αποδοχές, μετά από βεβαίωση θεράποντος ιατρού και διευθυντή γυναικολογικής ή μαιευτικής κλινικής ή τμήματος δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος.
Οι διατάξεις του ανωτέρου νόμου αφενός κατισχύουν ως ειδικότερες των διατάξεων του άρθρου 5 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005), αφετέρου δεν έρχονται σε αντίθεση με την πρόβλεψη του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας δεδομένου ότι δεν αμφισβητούν την εγκυ¬ρότητα και την εν γένει νομική ισχύ των γνωματεύσεων που εκδίδουν οι ιδιώτες ιατροί ή οι ιατροί ιδιωτικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων.
Συνεπώς η απαίτηση για προσκόμιση ιατρικής γνωμάτευσης αποκλειστικά από διευθυντή κλινικής δημόσιου νοσοκομείου απλά καταδεικνύει τη βούληση του νομοθέτη να θέσει, στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του για τη διαχείριση των θεμάτων προσωπικού, μία συγκεκριμένη διαδικασία ειδικά για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας στους δημοσίους υπαλλήλους προκειμένου να αποτραπούν καταχρηστικές ή αθέμιτες συμπεριφορές.
Ως εκ τούτου, ο νομοθέτης από το σύνολο των ιατρικών γνωματεύσεων τις οποίες θεωρεί εξίσου έγκυρες, επιλέγει μία συγκεκριμένη και τη θέτει ως προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας κυοφορίας.
Τέλος, επισημαίνεται ότι για τη χορήγηση της κανονικής άδειας κυοφορίας ως «θεράπων ιατρός» νοείται τόσο ο ιδιώτης ιατρός όσο και ο ιατρός δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος.
Εγκύκλιος του Υπ. Εσωτερικών για υποχρεωτική χορήγηση άδειας ανατροφής
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 19 Μαΐου 2010
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Αριθ.Πρωτ.: 25733
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΟΤΑ
ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ Ο.Τ.Α.
ΘΕΜΑ: Χορήγηση άδειας διευκολύνσεων σε υπαλλήλους με οικογενειακές υποχρεώσεις
ΣΧΕΤ.:το με Α.Π.: Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. /Φ.1Δ/3593/7-4-2010 (αρ. έκθεσης 230/Θ/2010)
Κατόπιν πρότασης του Σώματος Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης που προέκυψε ύστερα από εξέταση καταγγελίας δημοτικού υπαλλήλου αναφορικά με την υποχρέωση της υπηρεσίας να χορηγήσει τη διευκόλυνση της παρ. 2 του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ (ν.3584/2007) για ανατροφή τέκνου το χρονικό διάστημα στο οποίο αιτείται ο υπάλληλος, σας γνωρίζουμε τα εξής:
Η θέσπιση των ανωτέρω διατάξεων έχει ως σκοπό την εύνοια των γονέων προκειμένου να αναθρέψουν τα τέκνα τους ηλικίας έως τεσσάρων ετών. Οι διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 21 του Συντάγματος για την προστασία του γάμου, της παιδικής ηλικίας και της οικογένειας καθιστούν τη χορήγηση της άδειας ανατροφής τέκνου κατά το χρονικό διάστημα που την αιτείται ο υπάλληλος υποχρεωτική για την υπηρεσία.
Ωστόσο, σε περίπτωση που δεν καλύπτονται οι υπηρεσιακές ανάγκες λόγω χορήγησης της εν λόγω άδειας, κατά την άποψή μας, θα πρέπει να γίνεται εγκαίρως εκ μέρους της υπηρεσίας ο κατάλληλος προγραμματισμός, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αντιμετώπιση αυτών των αναγκών καθώς και η εύρυθμη καθημερινή λειτουργία της υπηρεσίας. Οι Περιφέρειες παρακαλούνται να κοινοποιήσουν την παρούσα στους Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού που εποπτεύουν.
Στρατιωτικό προσωπικό και άδεια ανταροφής
Σας γνωρίζουμε σε εκτέλεση (β) σχετικού και μέχρι τροποποιήσεως της Πάγιας Διαταγής 4-4/ 2002/ ΓΕΕΘΑ/ Ε’ ΚΛ/ ΔΙΔΥΠ & ΟΡΓ. και στη συνέχεια ανάλογης νομοθετικής ρύθμισης, ότι αποφασίστηκε να χορηγείται 5μηνη άδεια κύησης - τοκετού (ΑΚΤ) μετά τον 4ο μήνα κύησης στο θήλυ στρατιωτικό προσωπικό και 9μηνη άδεια ανατροφής στο θήλυ και άρρεν μόνιμο και εθελοντικό στρατιωτικό προσωπικό.
2. Ειδικότερα, η άδεια ανατροφής τέκνου θα χορηγείται ως εξής:
α. Στις περιπτώσεις που και οι δύο γονείς είναι στρατιωτικοί με αναφορά τους θα καθορίζεται ποιος από τους δύο θα κάνει χρήση της άδειας ανα-τροφής, ολόκληρη ή αθροιστικά αλλά πάντα διαδοχικά και αμέσως μετά το πέρας της ΑΚΤ.
β. Στις περιπτώσεις που ο/η σύζυγος της/του στρατιωτικού εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον δικαιούται ομοίων ολικώς ή μερικώς διευκολύνσεων ο/η σύζυγος στρατιωτικός δικαιούται να κάνει χρήση άδειας εννέα μήνες με αποδοχές για ανατροφή τέκνου του, κατά το μέρος που η/ο σύζυγος δεν κάνει χρήση των δικών της/ του δικαιωμάτων, αλλά πάντα μετά το πέρας της ΑΚΤ ή μέρους του χρονικού διαστήματος της άδειας ανατροφής.
γ. Στις περιπτώσεις που ο/η σύζυγος της/του στρατιωτικού είναι Δη-μόσιος υπάλληλος, με κοινή δήλωση να καθορίζεται ποιος από τους δύο θα κά-νει χρήση της άδειας ανατροφής εκτός εάν με κοινή τους δήλωση καθορίσουν τα χρονικά διαστήματα που θα κάνει ο καθένας τους χρήση και πάντοτε διαδοχικά και μέσα στα χρονικά όρια του 9μηνου και σε κάθε περίπτωση αμέσως μετά το πέρας της ΑΚΤ.
δ. Αν ο/η σύζυγος της/του στρατιωτικού δεν εργάζεται ή δεν ασκεί επάγγελμα, ο/η στρατιωτικός δεν δικαιούται να κάνει χρήση της 9μηνης άδειας α-νατροφής, εκτός εάν λόγω σοβαρής πάθησης ή βλάβης κριθεί ανίκανος/η να αντι-μετωπίζει τις ανάγκες ανατροφής του παιδιού, σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδι-ας Υγειονομικής Επιτροπής στην οποία υπάγεται ο/η σύζυγος.
3. Η έγκριση της παραπάνω αδείας θα δίδεται από το ΓΕΣ/ΔΙΜΣΠΡΟ, με την ίδια διαδικασία που ισχύει για το θήλυ προσωπικό σύμφωνα με το (α) σχετικό, μετά από υποβολή της αίτησης ιεραρχικά και με τα παρακάτω δικαιολογητικά:
α. Στις περιπτώσεις που και οι δύο γονείς είναι στρατιωτικοί, οφείλουν να υποβάλλουν στην υπηρεσία:
(1) Αναφορά και των δύο στελεχών όπου θα καθορίζεται ποιός από τους δύο θα κάνει χρήση της άδειας ανατροφής, ολόκληρης ή αθροιστικά αλ-λά πάντα διαδοχικά και αμέσως μετά το πέρας της ΑΚΤ. Επίσης να αναφέρεται ο τόπος όπου το στέλεχος θα διανύσει την άδεια ανατροφής (πόλη- ακριβής διεύ-θυνση- τηλέφωνο- αστυνομικό τμήμα). Οι παραπάνω αναφορές θα υποβάλλονται στην υπηρεσία μαζί με όλα τα άλλα απαραίτητα έγγραφα τα οποία καταθέτει η γυ-ναίκα στρατιωτικός σύμφωνα με το (α) όμοιο.
(2) Ληξιαρχική πράξη γεννήσεως του τέκνου τους, μετά τη γέν-νησή του.
β. Στις περιπτώσεις που ο/η σύζυγος της/του στρατιωτικού εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα ή στο δημόσιο τομέα ο/η στρατιωτικός με τη γέννηση του/της τέκνου του/της οφείλει να υποβάλλει στην υπηρεσία:
(1) Αναφορά, όπου θα αναγράφει το χρονικό διάστημα που θα κάνει χρήση της άδεια ανατροφής και τον τόπο όπου θα τη διανύσει (πόλη- ακρι-βής διεύθυνση- τηλέφωνο- αστυνομικό τμήμα).
(2) Βεβαίωση, για τους Δημοσίους υπαλλήλους από τον οικείο εργοδότη και τον φορέα που χορηγεί τις άδειες, για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους από τον οικείο εργοδότη και τον αντίστοιχο ασφαλιστικό φορέα, ενώ για τους ελεύ-θερους επαγγελματίες από την οικεία Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία ή το οικείο επιμελητήριο και τον αντίστοιχο ασφαλιστικό φορέα. Από τις παραπάνω βεβαιώ-σεις θα πρέπει να προκύπτει ρητώς η εργασία (π.χ. μόνιμος, συμβασιούχος ορι-σμένου ή αορίστου χρόνου, μερικής απασχόλησης) που ασκεί ο/η σύζυγος της/του καθώς και το εάν θα κάνει ολικώς ή μερικώς χρήση των δικών του/της δικαιωμά-των.
(3) Ληξιαρχική πράξη γέννησης του παιδιού και πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης.
γ. Στις περιπτώσεις που ο/η σύζυγος της/του δεν εργάζεται και αποδεδειγμένα λόγω σοβαρής πάθησης ή βλάβης έχει κριθεί ανίκανος/η να αντιμε-τωπίσει τις ανάγκες ανατροφής του παιδιού, ο/η στρατιωτικός με τη γέννηση του/της τέκνου του/της οφείλει να υποβάλλει στην υπηρεσία:
(1) Αναφορά όπως στην παρ. 3β(1).
(2) Βεβαίωση της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής όπου υπά-γεται ο/η σύζυγος στρατιωτικού και στην οποία θα αναφέρεται ότι η/ο σύζυγος έχει κριθεί ανίκανη/ος να αντιμετωπίσει τις ανάγκες ανατροφής του παιδιού.
(3) Ληξιαρχική πράξη γέννησης του παιδιού και πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης.
4. Επισημαίνεται ότι για όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, η άδεια ανατροφής τέκνου, ολόκληρη (9) μήνες ή μέρος αυτής, εξαντλείται αποκλειστικά μέχρι τη συμπλήρωση δέκα τεσσάρων (14) μηνών του εν ζωή τέκνου τους.
Αδειες χωρίς αποδοχές
Ο Ν. 3528/2007 (Υπαλληλικός) ορίζονται οι άδειες χωρίς αποδοχές
Άρθρο 51
Άδειες χωρίς αποδοχές
1. Επιτρέπεται η χορήγηση στον υπάλληλο, μετά από αίτηση του, άδειας χωρίς αποδοχές, εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιτρέπουν. Η άδεια αυτή δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα (1) μήνα εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους.
2. Στους υπαλλήλους επιτρέπεται η χορήγηση άδειας χωρίς αποδοχές συνολικής διάρκειας έως δύο (2) ετών, ύστερα από αίτηση τους και γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους.
3. Υπάλληλος, του οποίου σύζυγος υπηρετεί στο εξωτερικό σε ελληνική υπηρεσία του Δημοσίου, νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή άλλου φορέα του δημόσιου τομέα ή σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο μετέχει και η Ελλάδα, δικαιούται να πάρει άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι έξι (6) έτη συνεχώς ή και τμηματικά, εφόσον έχει συμπληρώσει διετή πραγματική υπηρεσία.
4. Στον υπάλληλο που αποδέχεται θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, χορηγείται μετά από γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι πέντε (5) έτη, η οποία μπορεί να παραταθεί με την ίδια διαδικασία για μία ακόμα πενταετία. Αν ο υπάλληλος δεν εμφανιστεί να αναλάβει καθήκοντα μέσα σε δύο (2) μήνες από τη λήξη της άδειας, θεωρείται ότι παραιτήθηκε αυτοδικαίως από την υπηρεσία.
5. Ο χρόνος της άδειας χωρίς αποδοχές αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας μόνο στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 4 του παρόντος άρθρου.
6. Κατά τη διάρκεια της άδειας της παρ. 4 του άρθρου αυτού ο υπάλληλος υποχρεούται να καταβάλλει τις νόμιμες κρατήσεις για κύρια και επικουρική ασφάλιση και στα ταμεία πρόνοιας, οι οποίες αντιστοιχούν στο βαθμό ή το μισθό της υπηρεσίας στην οποία ανήκει οργανικά.
Ειδικές άδειες
Σύμφωνα με τον Υπαλληλικό κώδικα (Ν. 3528/2007) και τον κώδικα κατάστασης των δημοτικών υπαλλήλων (Ν.3584/2007)
Άρθρο 50
Δικαίωμα ειδικής άδειας
1. Οι υπάλληλοι έχουν δικαίωμα άδειας απουσίας με αποδοχές πέντε (5) εργασίμων ημερών σε περίπτωση γάμου και τριών (3) εργασίμων ημερών σε περίπτωση θανάτου συζύγου τους ή και συγγενούς έως και β΄ βαθμού. Επίσης δικαιούνται κατόπιν τεκμηριωμένης αίτησης ειδική άδεια με αποδοχές διάρκειας μίας (1) έως τριών (3) ημερών, κατά περίπτωση, για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος ή για τη συμμετοχή σε δίκη ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου.
2. Υπάλληλοι που πάσχουν ή έχουν σύζυγο ή τέκνο που πάσχει από νόσημα το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζει περιοδικής νοσηλείας δικαιούνται ειδική άδεια με αποδοχές έως είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες το χρόνο. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται τα νοσήματα του προηγούμενου εδαφίου.
3. Η άδεια της προηγούμενης παραγράφου χορηγείται και σε υπαλλήλους που έχουν τέκνα που πάσχουν από βαριά νοητική στέρηση ή σύνδρομο Down.
4. Υπάλληλοι με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω δικαιούνται από την υπηρεσία κάθε ημερολογιακό έτος άδεια με αποδοχές έξι (6) εργασίμων ημερών επιπλέον της κανονικής τους άδειας.
5. Υπάλληλος ο οποίος ανταποκρίνεται σε πρόσκληση από υπηρεσία αιμοληψίας για κάλυψη έκτακτης ανάγκης, καθώς και υπάλληλος ο οποίος μετέχει σε οργανωμένη ομαδική αιμοληψία δικαιούται ειδικής άδειας απουσίας, με πλήρεις αποδοχές, δύο (2) ημερών.
6. Υπάλληλος ο οποίος χειρίζεται ηλεκτρονικό υπολογιστή και απασχολείται μπροστά σε οθόνη οπτικής καταγραφής για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε (5) ωρών του ημερήσιου ωραρίου εργασίας δικαιούται μηχανογραφική άδεια, μετά πλήρων αποδοχών, μίας (1) ημέρας ανά δίμηνο. Η άδεια χορηγείται υποχρεωτικά μέσα στο δίμηνο το οποίο αφορά. Εφόσον η άδεια αυτή δεν εξαντληθεί στο διάστημα αυτό, δεν μεταφέρεται
ούτε καταβάλλεται αποζημίωση στον υπάλληλο.
Διευκρινίσεις από το Υπ. Εσωτερικών για την μηχανογραφική άδεια
Αριθμ. Πρωτ.: ΔΙΔΑΔ/Φ.51/ 590 /οικ. 14346 29-5-2008
Η μηχανογραφική άδεια που προβλέπεται τόσο στην παράγραφο 6 του άρθρου 50 του ΥΚ, όσο και στην παράγραφο 6 του άρθρου 57 του ΚΚΔΚΥ, χορηγείται σε όλους τους υπαλλήλους που χειρίζονται ηλεκτρονικό υπολογιστή και απασχολούνται μπροστά σε οθόνες οπτικής καταγραφής για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε (5) ωρών ημερησίως.
Σημειώνεται ότι η εν λόγω άδεια ταυτίζεται εννοιολογικά και, ουσιαστικά αποτελεί επέκταση της άδειας που ήδη λαμβάνουν οι υπάλληλοι κλάδων πληροφορικής βάσει της υπ’ αρ. 130558/12-6-1989 ΚΥΑ, η οποία έχει κυρωθεί με το άρθρο 27 του ν. 1876/1990 και ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν να χορηγηθεί επιπλέον αυτής (σχετική η υπ’ αρ. 401/2007 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών).
Άδεια στον πατέρα υπάλληλο στη γέννηση τέκνου
Χορηγείται άδεια 2 ημέρων στον πατέρα υπάλληλο σε περίπτωση γέννησης τέκνου, βάσει του N.3801/2009 (ΦΕΚ 163/Α'/2009)
Χορήγηση διευκόλυνσης στους υπαλλήλους για την παρακολούθηση της σχολικής επίδοσης των τέκνων τους (γονική άδεια).
ΥΑ ΔΙΔΑΔ/Φ.53/1222/ΟΙΚ.20561/2007 - ΦΕΚ 1613/Β'/17.8.2007
Οι υπάλληλοι του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και των Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού που έχουν τέκνα, τα οποία παρακολουθούν μαθήματα σε δημόσια ή ιδιωτικά ιδρύματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δικαιούνται να απουσιάζουν ορισμένες ώρες ή ολόκληρη την ημέρα από την εργασία τους, για να επισκεφθούν το εκπαιδευτικό ίδρυμα των τέκνων τους και να ενημερωθούν για την επίδοση τους.
Η συνολική διάρκεια της δικαιούμενης άδειας καθορίζεται ως εξής:
- Ο γονέας-υπάλληλος που έχει ένα (1) τέκνο, το οποίο παρακολουθεί μαθήματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δικαιούται άδεια έως τέσσερις (4) ημέρες το έτος.
- Ο γονέας-υπάλληλος που έχει δύο (2) τέκνα και άνω, τα οποία παρακολουθούν μαθήματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δικαιούται έως πέντε (5) ημέρες το έτος. Σε περίπτωση που τα τέκνα παρακολουθούν μαθήματα σε ιδρύματα διαφορετικής εκπαιδευτικής βαθμίδας, η δικαιούμενη άδεια αυξάνεται κατά μία (1) ημέρα.
Η εν λόγω άδεια είναι με πλήρεις αποδοχές και ο χρόνος αυτής λογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας.
Η άδεια χορηγείται καταρχάς για ορισμένες ώρες και σε εξαιρετικές περιπτώσεις για ολόκληρη την ημέρα, σε καμιά όμως περίπτωση πάνω από μία ημέρα συνεχώς. Ο συνολικός χρόνος της άδειας δεν εξαντλείται υποχρεωτικά. Τυχόν υπόλοιπο που δεν έχει ληφθεί δεν μεταφέρεται στο επόμενο έτος, ούτε καταβάλλεται αποζημίωση στον υπάλληλο.
Αν και οι δύο γονείς είναι δικαιούχοι, λαμβάνουν από κοινού την άδεια, η διάρκεια της οποίας και για τους δυο δεν μπορεί να υπερβεί το συνολικό αριθμό των ημερών, όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 2 της παρούσας. Στην περίπτωση αυτή για τη χορήγηση της άδειας, ο γονέας υπάλληλος πρέπει να υποβάλει κάθε φορά στην υπηρεσία του σχετική αίτηση, δηλώνοντας συγχρόνως υπεύθυνα, πόσες ημέρες ή ώρες της δικαιούμενης από κοινού άδειας έχει κάνει ήδη χρήση ο άλλος γονέας στην υπηρεσία που εργάζεται. Η υπηρεσία δύναται να ελέγχει την εγκυρότητα της ανωτέρω δήλωσης.
Η άδεια χορηγείται στο γονέα-υπάλληλο ανεξάρτητα από το αν ο άλλος γονέας εργάζεται ή όχι.
Σε περίπτωση διάστασης, διαζυγίου ή γέννησης τέκνου χωρίς γάμο των γονέων του, η άδεια χορηγείται στο γονέα υπάλληλο που έχει την επιμέλεια του τέκνου.
Η άδεια δεν χορηγείται σε περιόδους που τα ιδρύματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχουν διακοπές εργασίας.
Η άδεια χορηγείται και στους γονείς-υπαλλήλους που το τέκνο τους είναι εγγεγραμμένο σε παιδικό σταθμό υπό την προϋπόθεση ότι ο σταθμός εφαρμόζει πλήρες πρόγραμμα νηπιαγωγείου. Σε κάθε περίπτωση το τέκνο πρέπει να έχει την προβλεπόμενη από το νόμο ηλικία για να παρακολουθεί την υποχρεωτική εκπαίδευση.
Η άδεια δεν χορηγείται στο γονέα-υπάλληλο μετά την ενηλικίωση του τέκνου του.Ως ιδρύματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για τη χορήγηση της εν λόγω διευκόλυνσης νοούνται τα οριζόμενα από την κείμενη νομοθεσία περί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης όπως αυτή ισχύει.
Άδειες υπηρεσιακής εκπαίδευσης
Ο Ν.3528/2007 (Υπαλληλικός) ορίζει την άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης, τις άδειες για επιμορφωτικούς ή επιστημονικούς λόγους καθώς και άδειες εξετάσεων (τα ίδια πράγματα ορίζονται και στον κώδικα κατάστασης των δημοτικών υπαλλήλων Ν.3584/2007)
Άρθρο 58
Άδειες υπηρεσιακής εκπαίδευσης
1. Για τη συμμετοχή του υπαλλήλου σε προγράμματα μετεκπαίδευσης και προγράμματα ή κύκλους μεταπτυχιακής εκπαίδευσης, ο υπάλληλος δικαιούται να ζητήσει άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης. Άδεια δεν χορηγείται αν ο χρόνος υπηρεσίας του υπαλλήλου που απομένει μετά το πέρας της άδειας είναι μικρότερος του τετραπλάσιου της χρονικής διάρκειας της άδειας. Επίσης η ανωτέρω άδεια δεν χορηγείται αν ο υπάλληλος δεν έχει
συμπληρώσει τη δοκιμαστική υπηρεσία.
2. Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης χορηγείται από τον αρμόδιο Υπουργό ή από τη διοίκηση του οικείου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ύστερα από αίτηση του υπαλλήλου και μετά από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, το οποίο ελέγχει τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παρ. 1 και συνεκτιμά τη συνάφεια της μετεκπαίδευσης ή της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης με το αντικείμενο της υπηρεσίας του, την υπηρεσιακή επίδοση και τις γνώσεις του υπαλλήλου. Ειδικά, προκειμένου περί εκπαιδευτικής άδειας στο εξωτερικό, απαιτείται πολύ καλή γνώση της γλώσσας της χώρας στην οποία πρόκειται να μεταβεί ο υπάλληλος.
3. Η άδεια χορηγείται υποχρεωτικά, εάν ο υπάλληλος έχει λάβει υποτροφία από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών. Υποτροφία από άλλο ίδρυμα ή οργανισμό ημεδαπό, διεθνή ή αλλοδαπό ή αλλοδαπή κυβέρνηση για μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση σχετιζόμενη με το αντικείμενο της υπηρεσίας του υπαλλήλου συνεκτιμάται για τη χορήγηση της άδειας. Η άρνηση χορήγησης της άδειας πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς.
4. Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν μπορεί να υπερβεί τη διετία. Σε περίπτωση φοίτησης σε προγράμματα ή κύκλους μεταπτυχιακών σπουδών διάρκειας δύο (2) ετών ή εκπόνησης διδακτορικής διατριβής, η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία (3) ή τα τέσσερα (4) χρόνια αντίστοιχα. Καθ΄ όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπαλλήλου δεν μπορεί να χορηγηθεί σε αυτόν άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης
πέρα των πέντε (5) ετών.
5. Ο υπάλληλος στον οποίο χορηγείται άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης λαμβάνει τις αποδοχές του. Στους υπαλλήλους που χορηγείται άδεια για μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση στο εσωτερικό παρέχονται αποδοχές αυξημένες κατά 20%. Αν η μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση γίνεται εκτός της περιοχής του δήμου που εδρεύει η υπηρεσία του υπαλλήλου, μπορεί να ορίζεται προσαύξηση έως και 40% με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου. Στους υπαλλήλους που χορηγείται άδεια για μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση στο εξωτερικό παρέχονται αποδοχές αυξημένες στο διπλάσιο. Η προσαύξηση των αποδοχών μειώνεται κατά το μέρος που καλύπτεται από υποτροφία ή άλλου είδους χρηματική αμοιβή ή αποζημίωση που τυχόν χορηγείται στον υπάλληλο στο εσωτερικό ή το εξωτερικό. Ο υπάλληλος δικαιούται επίσης οδοιπορικά έξοδα μετάβασης και επιστροφής.
6. Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης μπορεί να ανακαλείται για εξαιρετικούς λόγους που αφορούν στην υπηρεσία ή για λόγους που ανάγονται στην επίδοση του υπαλλήλου πριν από την πάροδο του χρόνου της λήξης της με πράξη του αρμόδιου για τη χορήγηση της οργάνου, η οποία εκδίδεται μετά από σύμφωνη και ειδικώς αιτιολογημένη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου.
7. Μετά το τέλος της άδειας εκπαίδευσης ο υπάλληλος υποχρεούται να υπηρετήσει στο Δημόσιο ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου για χρονικό διάστημα ίσο με το τριπλάσιο του χρόνου της άδειας. Σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του αυτής ο υπάλληλος υποχρεούται να επιστρέψει τις αποδοχές που έλαβε κατά το χρόνο της άδειας, ο οποίος δεν υπολογίζεται στην περίπτωση αυτή ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.
8. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται οι υποχρεώσεις των υπαλλήλων κατά τη διάρκεια της άδειας του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Άρθρο 59
Άδειες για επιμορφωτικούς ή επιστημονικούς λόγους
1. Άδειες μικρής χρονικής διάρκειας χορηγούνται υποχρεωτικά, μετά από αίτησή τους, σε υπαλλήλους που μετέχουν σε διαγωνισμούς για να πάρουν υποτροφία ή να εισαχθούν στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και στην Εθνική Σχολή Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.) ή για να επιλεγούν για φοίτηση σε κύκλους μεταπτυχιακών σπουδών, σε αντικείμενα που ενδιαφέρουν την υπηρεσία.
2. Όμοιες άδειες μπορεί να χορηγούνται για συμμετοχή σε συνέδρια, συνδιασκέψεις, σεμινάρια και κάθε είδους συναντήσεις επιστημονικού χαρακτήρα, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό, εφόσον η συμμετοχή κρίνεται συμφέρουσα για την υπηρεσία.
3. Οι άδειες των προηγούμενων παραγράφων χορηγούνται από τον οικείο υπουργό ή τη διοίκηση του οικείου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, κατά περίπτωση, μετά από γνώμη του άμεσου προϊσταμένου του υπαλλήλου, με αποδοχές για όλο το χρόνο κατά τον οποίο υπάλληλος μετέχει στο διαγωνισμό ή τις λοιπές δραστηριότητες. Στο χρόνο αυτόν προστίθενται οι ημέρες που είναι αναγκαίες για τη μετάβαση και την επιστροφή του υπαλλήλου.
Άρθρο 60
Άδειες εξετάσεων
1. Στους υπαλλήλους που είναι μαθητές, σπουδαστές ή φοιτητές, προπτυχιακοί ή μεταπτυχιακοί, σε σχολεία και ιδρύματα και των τριών βαθμίδων εκπαίδευσης, χορηγείται άδεια εξετάσεων με αποδοχές.
2. Η άδεια εξετάσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες κάθε έτος και χορηγείται συνεχώς ή τμηματικώς κατά την εξεταστική περίοδο που ζητά ο ενδιαφερόμενος. Οι άδειες εξετάσεων χορηγούνται για το χρόνο φοίτησης και μέχρι δύο το πολύ εξάμηνα μετά τη λήξη του, εφόσον ο υπάλληλος εξακολουθεί να φοιτά. Για κάθε ημέρα εξετάσεων χορηγείται άδεια δύο (2) ημερών.
Διευκρινίσεις από το Υπ. Εσωτερικών για την άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης
Αριθμ. Πρωτ.: ΔΙΔΑΔ/Φ.51/ 590 /οικ. 14346 29-5-2008
Σύμφωνα με το άρθρο 58 του ΥΚ και το άρθρο 65 του ΚΚΔΚΥ, για τη συμμετοχή σε προγράμματα μετεκπαίδευσης και προγράμματα ή κύκλους μεταπτυχιακής εκπαίδευσης, ο υπάλληλος δικαιούται να ζητήσει άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης.
Η εν λόγω άδεια χορηγείται τόσο συνεχόμενα όσο και τμηματικά, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών του προγράμματος εκπαίδευσης και της χιλιομετρικής απόστασης, καθώς και των υφιστάμενων υπηρεσιακών αναγκών.
Ειδικά για την τμηματική χορήγηση της άδειας υπηρεσιακής εκπαίδευσης (π.χ. μόνο τις ημέρες των μαθημάτων), απαιτείται να υπάρχει τεκμηριωμένη αιτιολόγηση στο πρακτικό του υπηρεσιακού συμβουλίου. Τονίζεται επίσης ότι βάσει σχετικής απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου η προσαύξηση των αποδοχών (παρ. 5 άρθρου 58 ΥΚ και παρ. 5 άρθρου 65 ΚΚΔΚΥ) δεν καταβάλλεται στους υπαλλήλους που λαμβάνουν τμηματικά την εν λόγω άδεια αλλά μόνο στους υπαλλήλους που απουσιάζουν διαρκώς από τη θέση τους και για όλη τη διάρκεια των σπουδών.
Επισημαίνεται ότι οι υπάλληλοι που συμμετέχουν σε προγράμματα μετεκπαίδευσης ή μεταπτυχιακά προγράμματα ανοιχτού πανεπιστημίου της ημεδαπής ή αλλοδαπής δεν δικαιούνται να κάνουν χρήση της άδειας υπηρεσιακής εκπαίδευσης, δεδομένου ότι η φοίτηση δεν συνεπάγεται παρουσία και υποχρεωτική παρακολούθηση στους χώρους εκπαίδευσης (σχετική η υπ’ αρ. 99/2001 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών). Οι εν λόγω υπάλληλοι μπορούν να λάβουν μόνο την άδεια εξετάσεων (άρθρο 60 του ΥΚ και άρθρο 67 του ΚΚΔΚΥ) ασχέτως εάν οι εξετάσεις διεξάγονται κατά το Σαββατοκύριακο.
Υποχρεώσεις υπαλλήλων σε άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης
Η απόφαση του Υπουργου Εσωτερικών ΔΙΔΑΔ/Φ.53/1379/οικ.4727 καθορίζει τις υποχρεώσεις των υπαλλήλων που τελούν σε άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης (ΦΕΚ 315/Β/2008).
Ο υπάλληλος που τελεί σε άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης υποχρεούται να υποβάλλει αναφορά ανά εξάμηνο φοίτησής του, με την οποία θα ενημερώνει την υπηρεσία του για την πορεία των σπουδών του. Η αναφορά αυτή συνοδεύεται από σχετικές βεβαιώσεις του εκπαιδευτικού ιδρύματος.
Ο υπάλληλος υποχρεούται να καταθέσει στην υπηρεσία του τον τίτλο που απέκτησε εντός τριμήνου από την ορκωμοσία του. Εάν η ολοκλήρωση του εκπαιδευτικού προγράμματος δεν περιλαμβάνει ορκωμοσία, η τρίμηνη προθεσμία αρχίζει από την ημερομηνία επιτυχούς ολοκλήρωσης των σπουδών, σύμφωνα με τον κανονισμό του οικείου εκπαιδευτικού προγράμματος. Σε περίπτωση που χορηγηθεί από το εκπαιδευτικό ίδρυμα παράταση του χρόνου ολοκλήρωσης των σπουδών, η κατά τα ανωτέρω τρίμηνη προθεσμία αρχίζει από την παρέλευση της χορηγηθείσας παράτασης.
Σε περίπτωση προσκόμισης του σχετικού τίτλου μετά την παρέλευση του κατά τα ανωτέρω τριμήνου και πριν την εξάντληση εξαμήνου από την ορκωμοσία ή τη λήξη της παράτασης, ο υπάλληλος υποχρεούται, με τη διαδικασία της επόμενης παραγράφου, να επιστρέψει το 50% της προσαύξησης των αποδοχών που έλαβε κατά το χρονικό διάστημα της άδειας.
Εάν, με υπαιτιότητα του υπαλλήλου, διακοπεί η φοίτηση ή παρέλθει άπρακτη η εξάμηνη προθεσμία κατάθεσης του τίτλου όπως προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, ο υπάλληλος υποχρεούται να επιστρέψει στην υπηρεσία του την προσαύξηση των αποδοχών που έλαβε κατά το χρονικό διάστημα της άδειας, με τους νόμιμους τόκους. Η επιστροφή αυτή ενεργείται με πράξη του αρμόδιου για την εκκαθάριση και πληρωμή των δαπανών οργάνου, το οποίο οφείλει να ενημερώσει ο προϊστάμενος της υπηρεσίας προσωπικού ή της υπηρεσίας που υπηρετεί ο υπάλληλος. Σε περίπτωση άρνησης επιστροφής των ανωτέρω αποδοχών, η είσπραξη γίνεται με τη διαδικασία είσπραξης δημοσίων εσόδων.
Εάν η διακοπή ή μη κατάθεση του τίτλου σπουδών στην υπηρεσία δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του υπαλλήλου, όπως ιδίως λόγω ασθένειας, ο υπάλληλος απαλλάσσεται από την κατά τα ανωτέρω υποχρέωση επιστροφής αποδοχών.
Στους υπαλλήλους που χορηγείται άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης για μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση στο εξωτερικό καταβάλλονται οδοιπορικά έξοδα μετάβασης και επιστροφής άπαξ.
Εφόσον η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης χορηγείται σε ημερολογιακά έτη, ο υπάλληλος αποδεσμεύεται από την υπηρεσία του για όσο χρονικό διάστημα ισχύει η εν λόγω άδεια, ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε διακοπές λειτουργίας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Εάν ο υπάλληλος απουσιάζει από την υπηρεσία του καθ’ όλη τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους με άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης, δεν δικαιούται κανονικής άδειας
για το έτος αυτό.
Ο χρόνος της ληφθείσας άδειας υπηρεσιακής εκπαίδευσης δύναται να παρατείνεται με τη διαδικασία που προβλέπεται για τη χορήγησή της και υπό την προϋπόθεση ότι η συνολικώς χορηγούμενη άδεια δεν υπερβαίνει τα χρονικά όρια που ορίζονται στην παρ. 4 του άρθρου 58 του Υπαλληλικού Κώδικα και στην παρ. 4 του άρθρου 65 του Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν μπορεί να υπερβεί τη διετία. Σε περίπτωση φοίτησης σε προγράμματα ή κύκλους μεταπτυχιακών σπουδών διάρκειας δύο (2) ετών ή εκπόνησης διδακτορικής διατριβής, η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία (3) ή τα τέσσερα (4) χρόνια αντίστοιχα. Καθ΄ όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπαλλήλου δεν μπορεί να χορηγηθεί σε αυτόν άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης πέρα των πέντε (5) ετών.
Η υποχρέωση υπηρέτησης του υπαλλήλου στο Δημόσιο ή σε Ν.Π.Δ.Δ. για χρονικό διάστημα ίσο με το τριπλάσιο του χρόνου της άδειας υπηρεσιακής εκπαίδευσης που του έχει χορηγηθεί, δύναται να εκπληρωθεί σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. και όχι απαραιτήτως στην υπηρεσία που χορήγησε την άδεια στον υπάλληλο. Κατ’ εξαίρεση, το προσωπικό των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού υποχρεούται να υπηρετήσει το εν λόγω χρονικό διάστημα στον οικείο Ο.Τ.Α. από τον οποίο έλαβε την άδεια. Το ίδιο ισχύει και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. β΄ βαθμού, των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών και των Ν.Π.Δ.Δ. που κατά συνταγματική επιταγή έχουν διοικητική αυτοτέλεια.
Ο υπάλληλος που αθετεί την κατά την ανωτέρω παράγραφο υποχρέωση, επιστρέφει το σύνολο των αποδοχών που έχει λάβει κατά το χρονικό διάστημα της άδειας αυτής, τόσο των τακτικών όσο και της προσαύξησης, καθώς και τυχόν οδοιπορικών εξόδων που του έχουν καταβληθεί. Στην ίδια περίπτωση, ο χρόνος της άδειας δεν υπολογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας για όλες τις υπηρεσιακές συνέπειες.
Στους υπαλλήλους που λαμβάνουν υποτροφία από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών, η άδεια χορηγείται υποχρεωτικά. Η υποχρεωτικότητα συνίσταται στη χορήγηση της εν λόγω άδειας με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή της διοίκησης του οικείου Ν.Π.Δ.Δ., ή του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου των Ο.Τ.Α. χωρίς να απαιτείται απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου. Σε κάθε περίπτωση η άδεια δεν χορηγείται πριν από τη συμπλήρωση της δοκιμαστικής υπηρεσίας ή εάν ο χρόνος υπηρεσίας του υπαλλήλου που απομένει μετά το πέρας της άδειας και μέχρι την υποχρεωτική λύση της υπαλληλικής σχέσης είναι μικρότερος του τετραπλασίου της χρονικής διάρκειας της άδειας.
Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης δύναται να χορηγηθεί σε όλους τους υπαλλήλους που είναι κάτοχοι πτυχίου ΤΕΙ ή ΑΕΙ της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, ανεξαρτήτως της κατηγορίας ή του κλάδου στον οποίο
ανήκουν.
Τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα απόφαση έχουν και οι υπάλληλοι που υπηρετούν στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου, στους οποίους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα και του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ως προς τα θέματα της υπηρεσιακής εκπαίδευσης.
Συνδικαλιστικές άδειες
Εγκύκλιος του Υφυπουργου Εσωτερικών (ΔΙΔΑΔ /Φ. 59/114/οικ.2149 - 28 Ιανουαρίου 2009) αποσαφηνίζει την χορήγηση συνδιακαλιστικών αδειών.
Σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο η οικεία υπηρεσία έχει την υποχρέωση να χορηγεί συνδικαλιστικές άδειες με αποδοχές, με τις ακόλουθες διακρίσεις:
Α) Πρωτοβάθμιες Συνδικαλιστικές Οργανώσεις
Στον Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο και Γενικό Γραμματέα:
- άδεια απουσίας έως 3 ημέρες το μήνα αν τα μέλη τους είναι λιγότερα από 500 και
- έως 5 ημέρες το μήνα στην περίπτωση που τα μέλη τους είναι περισσότερα από 500 (άρθρο 17 του ν.1264/1982).
Β) Δευτεροβάθμιες Συνδικαλιστικές Οργανώσεις
α) Στον Πρόεδρο
- 15 ημέρες το μήνα εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτές πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν μέχρι 1500 ψηφίσαντα μέλη.
- για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία του εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτές πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν άνω 1501 ψηφισάντων μελών.
β) Στον Γενικό Γραμματέα
- 15 ημέρες το μήνα εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτές πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν μέχρι 10.000 ψηφίσαντα μέλη.
- για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία του εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτές πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν άνω των 10.000 ψηφισάντων μελών.
Στον Αντιπρόεδρο και στον Ταμία ανεξαρτήτως αριθμού μελών των υπαγόμενων σε αυτές πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων χορηγούνται έως 15 ημέρες το μήνα.
Στα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των ανωτέρω οργανώσεων παρέχεται άδεια έως 9 ημέρες το μήνα (αρ. 17 του ν. 1264/1982 και άρ. 6 του ν. 2224/1994).
Γ) Στα μέλη της Διοίκησης της πλέον αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης (Α.Δ.Ε.Δ.Υ.) για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους.
Στα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και της γραμματείας της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους.
Στους αντιπροσώπους στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις άδεια απουσίας για όλη τη διάρκεια συνεδρίων που συμμετέχουν (αρ. 17 του ν. 1264/1982).Οι ημέρες συνδικαλιστικής άδειας πρέπει να ληφθούν μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Σε κάθε περίπτωση δεν μεταφέρονται στο επόμενο ημερολογιακό έτος.
Προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στους μισθωτούς που απασχολούνται σε οποιονδήποτε εργοδότη να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα χορηγείται σ΄ αυτούς ειδική άδεια με αποδοχές, η οποία δεν συμψηφίζεται με την κανονική ή με άλλες άδειες που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις. Οι ημέρες απουσίας για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος εξαρτώνται από την απόσταση μεταξύ των τόπων εργασίας και εκλογικού δικαιώματος και καθορίζονται από απόφαση του Υπουργού Εργασίας που εκδίδεται τις παραμονές κάθε εκλογών.
Ο αριθμός των ημερών άδειας συνήθως ορίζεται ως εξής:
για εργαζόμενους με πενθήμερο:
από 200 - 400 χλμ., μια εργάσιμη ημέρα
από 401 και πάνω, δύο εργάσιμες ημέρες
για τα νησιά μέχρι 3 ημέρες
για εργαζόμενους με εξαήμερο:
από 100 - 200 χλμ., μια εργάσιμη ημέρα
από 201 - 400 χλμ., δύο εργάσιμες ημέρες
από 401 και πάνω, τρεις εργάσιμες ημέρες
για τα νησιά μέχρι 3 ημέρες
Ο νόμος 3584 του 2007 υπάρχει ολόκληρος εδώ.
Ο νόμος 3528 του 2007 υπάρχει ολόκληρος εδώ.
Για τον ιδιωτικό τομέα δείτε εδώ: